24 Οκτ2014
Α΄ ΙΕΡΑΤΙΚΗ ΣΥΝΑΞΗ μέ θέμα «Ἱεροί Κανόνες καί οἱ πηγές τους»
Α΄ Ι Ε Ρ Α Τ Ι Κ Η Σ Υ Ν Α Ξ Η
μέ θέμα «Ἱεροί Κανόνες καί οἱ πηγές τους»
μέ θέμα «Ἱεροί Κανόνες καί οἱ πηγές τους»
Πραγματοποιήθηκε τό ἀπόγευμα τῆς Πέμπτης, 23 Ὀκτωβρίου ἐ.ἔ., στό Πνευματικό Κέντρο τῆς ἐνορίας τοῦ Ἁγίου Σώστη (λεωφ. Συγγροῦ) ἡ πρώτη Ἱερατική Σύναξη γιά τούς Κληρικούς τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Νέας Σμύρνης. Στή Σύναξη ὁμιλητής ἦταν ὁ Πανοσιολογιώτατος Ἀρχιμανδρίτης π. Γρηγόριος Παπαθωμᾶς, Καθηγητής τοῦ Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν, ὁ ὁποῖος πραγματοποίησε τήν «Εἰσαγωγική ὁμιλία περί τῶν ἱερῶν Κανόνων καί τῶν πηγῶν τους».
Τήν ἀρχική αὐτή Σύναξη ἄνοιξε μέ τήν προσφώνησή του ὁ Σεβ. Ποιμενάρχης μας, Μητροπολίτης Νέας Σμύρνης κ. Συμεών, λέγοντας ὅτι χάριτι Κυρίου εἰσήλθαμε καί φέτος στό νέο ἐκκλησιαστικό ἔτος, ἀλλά καί στήν περίοδο ἐντατικότερης ποιμαντικῆς ἐργασίας καί πνευματικοῦ καταρτισμοῦ τόσο τοῦ ποιμνίου μας, ὅσο καί ἡμῶν τῶν ἰδίων. Ἀνέφερε ὅτι οἱ φετινές Ἱερατικές Συνάξεις μας ἀποβλέπουν στή μελέτη τῆς προσωπικότητας τοῦ κληρικοῦ-ποιμένος καί τῆς ποιμαντικῆς διακονίας του μέ βάση τούς Ἱερούς Κανόνες τῆς ἁγίας Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας μας, σύμφωνα μέ τήν 146η Ἐγκύκλιο του (17.09.2014).
* * *
Ἐν συνεχείᾳ ὁ Σεβασμιώτατος ἔδωσε τόν λόγο στόν Πανοσιολ. Ἀρχιμ. π. Γρηγόριο Παπαθωμᾶ, Τακτικό (Πρωτοβάθμιος) Καθηγητή τοῦ Κανονικοῦ Δικαίου στή Θεολογική Σχολή (Τμῆμα Θεολογίας) τοῦ Ἐθνικοῦ καί Καποδιστριακοῦ Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν, γιά νά πραγματοποιήσει τήν Εἰσαγωγική καί κύρια Ὁμιλία τοῦ Σεμιναρίου.Ὁ ὁμιλητής τόνισε ὅτι δέν συμφωνεῖ τόσο μέ τόν ὅρο Κανονικό Δίκαιο, ἀλλά μέ τούς ἀντίστοιχους κανονική παράδοση, καί ἀκόμη περισσότερο «κανονική οἰκονομία» πού γράφει ὁ ἅγιος Γρηγόριος Νύσσης (Ἐπιστολή πρός Λητόϊον). Οἱ Κανόνες ἀποτελοῦν τή βακτηρία τῶν κληρικῶν, τό πηδάλιο σύμφωνα μέ τόν ἅγιο Νικόδημο τόν Ἁγιορείτη, τήν πυξίδα σύμφωνα μέ τούς ἁγίους Πατέρες.
Γιά τήν «κανονική οἰκονομία» ἔχουμε δύο βασικές πηγές:
(α) Τό «Πηδάλιον» τοῦ ἁγίου Νικοδήμου τοῦ Ἁγιορείτου καί Ἀγαπίου ἱερομονάχου·
(β) τό ἑξάτομο «Σύνταγμα» τῶν Ράλλη καί Ποτλῆ.
Ἡ Ἐκκλησία ἐξαρχῆς προέβη σέ ἀντικατάσταση δύο καθιερωμένων ὅρων: Ἀντί γιά τούς ὅρους «συναγωγή» καί «νόμος», καθιερωμένοι στήν Παλαιά Διαθήκη, χρησιμοποίησε τούς ὅρους «ἐκκλησία» καί «κανόνας». Προσέλαβε ἕναν παγανιστικό ὅρο (βλ. ἐκκλησία τοῦ δήμου στήν ἀρχαιότητα) καί τόν ἀνανοηματοδότησε. Κατά τή γνώμη τοῦ κ. Καθηγητῆ ἡ Ἐκκλησία ξεκινᾶ ἀπό τήν ἐποχή τοῦ Ἀβραάμ, τότε πού τοῦ λέει ὁ Θεός: «Ἔξελθε ἐκ τῆς γῆς σου καί ἐκ τῆς συγγενείας σου καί ἐκ τοῦ οἴκου τοῦ πατρός σου καί δεῦρο εἰς τήν γῆν, ἥν ἄν σοι δείξω» (Γεν. 12,1 ἑξ.). Δηλαδή, νά πάει καί νά πορευθεῖ πρός τή γῆ τῆς ἐπαγγελίας, ἀφήνοντας πίσω τή βιολογική του ταυτότητα (πατρίδα, γονεῖς κ.λπ.). Αὐτή εἶναι ἡ Ἐκκλησία, ἡ κοινωνία μέ τόν Θεό. Ἡ Ἐκκλησία ἔχει δυναμισμό, καί ὄχι στασιμότητα.
Τό οὐσιαστικό στοιχεῖο τῆς Ἐκκλησίας εἶναι ἡ λατρεία της, μέ τήν ὁποία ἐκφράζεται ἡ σχέση ἀγάπης καί κοινωνίας τοῦ ἀνθρώπου μέ τόν Θεό. Ἀπό τή λατρεία τῆς Ἐκκλησίας προκύπτει: (α) Ἡ Ἁγία Γραφή, ὁ γραπτός λόγος καί ὁ ἄσαρκος Λόγος στήν ΠΔ, καί ὁ ἔνσαρκος Λόγος στήν ΚΔ. (β) Οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας, πού ἐκφράζουν τήν ἐμπειρία τῆς Ἐκκλησίας. (γ) Ἡ ποιμαντική, δηλ. ἡ χειραγώγηση τῆς σχέσεως μέ τόν Θεό. Αὐτή συντελεῖται μέ τήν Κανονική παράδοση, δηλ. τούς ἱερούς Κανόνες, πού ρυθμίζουν καί καθορίζουν τήν πορεία τῆς Ἐκκλησίας πρός τά ἔσχατα. (δ) Οἱ Σύνοδοι, πού συγκροτοῦνται πάντοτε μετά τήν τέλεση τοῦ μυστηρίου τῆς θείας Εὐχαριστίας, ὡς προέκτασή του μέ τό «φῶς τό ἀληθινόν» καί «πνεῦμα ἐπουράνιον». Οἱ Σύνοδοι καταλήγουν στή θέσπιση «Ὅρων» (θεολογικῶν κειμένων πίστεως) καί «Κανόνων» (ὁδοδεικτῶν).
Καθώς στήν ἑλληνική γλώσσα κανόνας λέγεται ὁ χάρακας, δηλ. τό ὄργανο πού χρησιμοποιοῦμε γιά νά σύρουμε εὐθεία γραμμή, ἤ καί γιά νά ἐλέγξουμε τήν εὐθύτητα μιᾶς γραμμῆς, ἔτσι καί οἱ ἱεροί Κανόνες χρησιμεύουν ὡς πρότυπο καί ὁδηγοί στήν ἐν Χριστῷ πορεία μας. Τά δύο σημεῖα τῆς γραμμῆς τοῦ χάρακα, δηλ. τῆς πορείας μας, εἶναι τό βάπτισμα (ἀρχικό σημεῖο) καί ἡ Βασιλεία (τελικό σημεῖο). Τό ἐνδιάμεσο διάστημα ρυθμίζουν οἱ ἱεροί Κανόνες, ἤ ἐκκλησιαστικοί Κανόνες, ἤ ἁπλά Κανόνες.
Γνωρίζουμε συνήθως ὅτι οἱ Κανόνες συνδέονται μέ τό μυστήριο τῆς Μετανοίας. Πρόκειται γιά τή «συναντίληψη» (βλ. «εἰπέ οὖν αὐτῇ ἵνα μοι συναντιλάβηται», Λουκ. 10,40), καθώς στήν πτωτική πορεία τοῦ ἀνθρώπου, ἡ Ἐκκλησία μέ τούς Κανόνες τόν ἐπαναφέρει στήν προοπτική τῆς ἁγιότητας. Τό πτωτικό κτιστό νά ἀναχθεῖ καί πάλι στήν ἀγάπη καί στήν προοπτική τῆς κοινωνίας μέ τόν Θεό. Τά ἐπιτίμια φανερώνουν τίς συνέπειες τῆς ἐπιλογῆς λάθος κατεύθυνσης, διαφέρουν ἀπό τήν τιμωρία τοῦ νόμου (τοῦ Κράτους), καί βρίσκονται πάντοτε σέ παιδαγωγική προοπτική.
Ἡ Ἐκκλησία εἶναι ὡς ἡ «ναῦς», τό πλοῖο. Τό πηδάλιό της τό κρατάει ὁ Ἐπίσκοπος. Ὁ Ἐπίσκοπος εἶναι εἰς τύπον, τόπον καί τρόπον Χριστοῦ. Ἀντίστοιχα, ὁ πρεσβύτερος βρίσκεται εἰς τύπον, τόπον καί τρόπον Ἐπισκόπου· γι’ αὐτό εἶναι ἀδύνατον νά τελέσει θεία Λειτουργία ἄνευ μνημονεύσεως τοῦ ὀνόματος τοῦ Ἐπισκόπου του, στό ὄνομα τοῦ ὁποίου τελεῖ τήν Εὐχαριστία.
Σέ ἕνα κείμενο ἰδιαίτερης θεολογικῆς καί ποιμαντικῆς ἀξίας, στή «Διδαχή τῶν Δώδεκα Ἀποστόλων», τό ὁποῖο συνετάχθη μεταξύ 100-120 μ.Χ. καί ἀποτελεῖ ἕνα ἀπό τά σπουδαιότερα κείμενα τῆς πρώιμης ἐκκλησιαστικῆς ἱστορίας, γίνεται διάκριση μεταξύ ἀκρίβειας καί οἰκονομίας: «Ὅρα μή τις σε πλανήσῃ ἀπό ταύτης τῆς ὁδοῦ τῆς διδαχῆς, ἐπεί παρεκτός θεοῦ σε διδάσκει. Εἰ μέν γάρ δύνασαι βαστάσαι ὅλον τόν ζυγόν τοῦ κυρίου, τέλειος ἔσῃ· εἰ δ΄ οὐ δύνασαι, ὅ δύνῃ, τοῦτο ποίει. Περί δὲ τῆς βρώσεως, ὅ δύνασαι, βάστασον» (κεφ. 6, ΒΕΠΕΣ τ. 2/1955, σ. 217).
Σέ ἕνα ἄλλο κείμενο μιᾶς ἀπό τίς σημαντικότερες ἐκκλησιαστικές προσωπικότητες τοῦ 2ου καί 3ου αἰώνα, τοῦ Ἱππολύτου Ρώμης, στό ἔργο του «Ἀποστολική παράδοση», κάνει λόγο γιά τά τέσσερα συστατικά χαρίσματα τῆς Ἐκκλησίας. Τό ἀξίωμα τῶν Ἀποστόλων δέν ἦταν μεταβιβάσιμο, καθώς δόθηκε ἀπό τόν ἴδιο τόν Χριστό πρός αὐτούς. Ἐκεῖνοι καθιέρωσαν τήν κανονική τάξη-χαρίσματα ὡς ἑξῆς: (α) Λαϊκοί, ἄνδρες καί γυναῖκες. (β) Διάκονοι, ἄνδρες καί γυναῖκες. (β) Πρεσβύτεροι. (δ) Ἐπίσκοπος. Τά τρία πρῶτα χαρίσματα βρίσκονται σέ πληθυντικό ἀριθμό, ἐνῶ τό τέταρτο, σέ ἑνικό. Ἕνας μόνο Ἐπίσκοπος ὑπάρχει σέ κάθε τοπική ἐκκλησία. Ὅπως ὁ Χριστός καθιέρωσε τούς Ἀποστόλους, ἀντίστοιχα ὁ Ἐπίσκοπος καθιερώνει τούς πρεσβυτέρους. Περιττό νά εἰπωθεῖ ὅτι σέ αὐτή τήν κανονική παράδοση δέν ὑπάρχει οὐδεμία περίπτωση γιά χειροτονία γυναικῶν. Ὁ θεσμός τῶν Διακονισσῶν μνημονεύεται μέχρι τήν Πενθέκτη Οἰκουμενική Σύνοδο, τό 591.
Οἱ Κανόνες διακρίνονται ὡς ἑξῆς:
(α) Κανόνες Ἀποστολικοί, συνολικά 85, τοῦ 2ου καί 3ου αἰ., δέν γράφτηκαν ἀπό τούς Ἀποστόλους, ἀλλά ἀπηχοῦν τήν ἀποστολική ἐποχή.
(β) Κανόνες τοπικῶν Συνόδων, οἱ ὁποῖοι ἐπικυρώθηκαν ἀπό Οἰκουμενικές Συνόδους.
(γ) Κανόνες Οἰκουμενικῶν Συνόδων.
(δ) Κανόνες Πατέρων, ἄν καί κανένας Πατέρας τῆς Ἐκκλησίας δέν ἔγραψε κανόνες, ἀλλά μέσα ἀπό τά ἔργα τους, τά διάβασαν καί ἐπέλεξαν, καί ἐπικυρώθηκαν ἀπό τήν Πενθέκτη Οἰκουμενική.
Οἱ Κανόνες σταματοῦν στήν ἐποχή τοῦ Μεγάλου Φωτίου, τό 883. Ἔκτοτε, παρατηροῦμε:
(α) Ἀπό τόν 10ο ἕως τόν 15ο αἰώνα ἔχουμε τήν ἑρμηνεία τῶν ἱ. Κανόνων, κυρίως ἀπό τούς ἔγκριτους βυζαντινούς κανονολόγους Θ. Βαλσαμώνα, Ἰ. Ζωναρᾶ καί Ἀλ. Ἀριστηνό.
(β) Ἀπό τόν 15ο ἕως τόν 19ο αἰώνα ἔχουμε Συλλογές Κανόνων, ὅπως τοῦ Μ. Μαλαξοῦ κ.ἄ.
Γιά μᾶς σήμερα δύο εἶναι οἱ κυριότερες Συλλογές: (α) Κατά τό 1800 (στή Λειψία), ἐκδίδεται τό «Πηδάλιον τῆς νοητῆς νηός, τῆς Μίας Ἁγίας, Καθολικῆς καί Ἀποστολικῆs τῶν ὀρθοδόξων Ἐκκλησίας» τοῦ ἁγίου Νικοδήμου τοῦ Ἁγιορείτου καί Ἀγαπίου ἱερομονάχου, πού ἀποτελεῖ τήν πληρέστερη καί πλουσιότερη συλλογή μέχρι τήν ἐποχή ἐκείνη καί περιέχει παράθεση, ἑρμηνεία καί «συμφωνία» τῶν Κανόνων τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων, τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων, τῶν τοπικῶν Συνόδων καί τῶν Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας. (β) Τό 1852-59, ἐκδίδεται τό «Σύνταγμα» (ἕξι τόμοι) τῶν Γ. Α. Ράλλη καί Μ. Ποτλῆ (πλήρης τίτλος: Σύνταγμα τῶν θείων καί ἱερῶν Κανόνων τῶν τε ἁγίων καί πανευφήμων Ἀποστόλων, καί τῶν ἱερῶν καί οἰκουμενικῶν καί τοπικῶν Συνόδων, καί τῶν κατά μέρος ἁγίων Πατέρων, σύν πλείσταις ἄλλαις τήν ἐκκλησιαστικήν κατάστασιν διεπούσαις διατάξεσι, μετά τῶν ἀρχαίων ἐξηγητῶν, καί διαφόρων ἀναγνωσμάτων, ἐγκρίσει τῆς Ἁγίας καί Μεγάλης τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησίας).
Τέλος, ὁ Καθηγητής π. Γρηγόριος ἀνέφερε καί δύο ἄλλα χρήσιμα ἔργα: (α) «Οἱ Ἱεροί Κανόνες», τοῦ ἀειμνήστου Καθηγητοῦ Ἁμίλκα Ἀλιβιζάτου, ἐκδοθέν ἀπό τήν Ἀποστολική Διακονία τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος (γ΄ ἔκδ. 1997). (β) «Ἱστορική εἰσαγωγή εἰς τούς Κανόνας τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας», τοῦ Σεβ. Παύλου (Μενεβίσογλου), Μητροπολίτου Σουηδίας, νῦν Ἀμασείας, ἐκδοθέν στή Στοκχόλμη τό 1990.
* * *
Στό τέλος τῆς Ἱερατικῆς Σύναξης ὁ Σεβασμιώτατος Ποιμενάρχης μας κ. Συμεών εὐχαρίστησε τόν Εἰσηγητή, καθηγητή π. Γρηγόριο Παπαθωμᾶ, καί ἀκολούθησε συζήτηση. Τέθηκαν ἐρωτήματα καί δόθηκαν ἀπαντήσεις ἀπό τόν Εἰσηγητή καί τόν Σεβ. κ. Συμεών, σχετικά μέ τήν ἀκρίβεια καί τήν οἰκονομία, τά ἐπιτίμια, τή γονυκλισία τῆς Κυριακῆς, τήν ἀποχή ἀπό τή θεία Κοινωνία, κ.ἄ.