22 Φεβ2013
ΙΒ΄ ΙΕΡΑΤΙΚΗ ΣΥΝΑΞΗ
ΙΒ΄ ΙΕΡΑΤΙΚΗ ΣΥΝΑΞΗ
μέ θέμα: «Λόγος πρός τόν ποιμένα» (μέρος Α΄)
τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Σιναΐτου
μέ θέμα: «Λόγος πρός τόν ποιμένα» (μέρος Α΄)
τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Σιναΐτου
Πραγματοποιήθηκε τήν Πέμπτη 21 Φεβρουαρίου στό Πνευματικό Κέντρο τῆς Ἐνορίας τοῦ Ἁγίου Σώστη (λεωφ. Συγγροῦ) ἡ δωδέκατη Ἱερατική Σύναξη γιά τούς Κληρικούς τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Νέας Σμύρνης. Στή Σύναξη αὐτή ὁμιλητής ἦταν ὁ Πανοσιολογιώτατος Ἀρχιμανδρίτης π. Χριστοφόρος Νάνος, Πνευματικῶς προϊστάμενος τοῦ Ἱεροῦ Ναοῦ Κοιμήσεως Θεοτόκου (Παναγίτσα) Παλαιοῦ Φαλήρου. Θέμα τῆς εἰσηγήσεώς του ἦταν ἡ παρουσίαση καί ἡ ἐμβάθυνση στό Α΄ μέρος τοῦ ἔργου «Λόγος πρός τόν ποιμένα» τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Σιναΐτου (§§ 1-50).
Ὁ ὁμιλητής εἶχε ἑτοιμάσει καί διένειμε ἀπό τήν ἀρχή στούς ἱερεῖς δεκασέλιδο φυλλάδιο μέ ἐπιλεγμένα πατερικά ἀποσπάσματα τοῦ λόγου αὐτοῦ τοῦ ὁσίου Ἰωάννου (πρωτότυπο κείμενο καί σέ νεοελληνική μετάφραση). Παράλληλα μέ τήν ὁμιλία, γινόταν καί φωτεινή παρουσίαση εἰκόνων τοῦ Ἁγίου καί φωτογραφιῶν ἀπό τήν Ἱερά Μονή τῆς Ἁγίας Αἰκατερίνης Σινᾶ (μέ τή χρήση προγράμματος PowerPoint), ὥστε να ἐντείνεται μέ τόν τρόπο αὐτό ἡ προσοχή τῶν ἱερέων. Ἐπίσης, ὁ π. Χριστοφόρος διένειμε ὡς εὐλογία καί μιά εἰκόνα τοῦ ὁσίου Ἰωάννου, ἔχοντας ἐπισημειώσει στήν πίσω ὄψη τό ἑξῆς: «Ἡ πνοή τοῦ Παρακλήτου ἀναδεικνύει τόν ποιμένα».
Ἐκτενεῖς τοποθετήσεις ἀπό τούς συμμετέχοντες ἱερεῖς δέν ἀκολούθησαν, πλήν ἐκείνης τοῦ π. Δημοσθένους Παπακωστόπουλου, ὁ ὁποῖος συνεχάρη τόν ὁμιλητή γιά τήν παρουσίαση, τή σαφήνεια καί τή χάρη τῆς ὁμιλίας. Συμπλήρωσε δέ ὅτι ἡ θεολογία, δηλαδή τό περί Θεοῦ λέγειν, κατά τόν ἅγιο Γρηγόριο Νύσσης «ὄρος ἐστιν ὡς ἀληθῶς ἄναντες καί δυσπρόσιτον ἡ θεολογία, ἧς μόλις ὁ πολύς λεώς τῆς ὑπωρείας φθάνει. Ὅσον ἀφορᾶ σέ μᾶς, χρειάζεται ὀργανική σχέση μέ τήν Ἐκκλησίας, ἀξιοποίηση τοῦ χαρίσματος, καί κυρίως ἀγώνα, προσοχή καί προσευχή.
Ἡ Ἱερατική Σύναξη ἔκλεισε μέ τά λόγια τοῦ Σεβασμιωτάτου Ποιμενάρχου μας κ. Συμεών, ὁ ὁποῖος βέβαια εὐχαρίστησε τόν ὁμιλητή γιά τήν παρουσίαση πού ἔκανε μέ τή δέουσα παραστατικότητα, σαφήνεια καί ἀκρίβεια. Ὁ λόγος αὐτός «πρός τόν ποιμένα» ἀποτελεῖ ἕνα κατ’ ἐξοχήν ἀσκητικό ἔργο, πού θέτει θεμελιώδη ἀξιώματα στό ἐπίπεδο ποιμαντικῆς τῶν ἀνθρώπων πού ἀκολούθησαν τήν ἀσκητική ζωή. Καί κατέληξε λέγοντας ὅτι κι ἐμεῖς ὀφείλουμε ὄχι ἐπιπόλαια ἤ ὑποκριτικά νά καθοδηγοῦμε τίς ἀθάνατες ψυχές πού ἡ Ἐκκλησία μᾶς ἐνεπιστεύθη.
Ὁ ὁμιλητής εἶχε ἑτοιμάσει καί διένειμε ἀπό τήν ἀρχή στούς ἱερεῖς δεκασέλιδο φυλλάδιο μέ ἐπιλεγμένα πατερικά ἀποσπάσματα τοῦ λόγου αὐτοῦ τοῦ ὁσίου Ἰωάννου (πρωτότυπο κείμενο καί σέ νεοελληνική μετάφραση). Παράλληλα μέ τήν ὁμιλία, γινόταν καί φωτεινή παρουσίαση εἰκόνων τοῦ Ἁγίου καί φωτογραφιῶν ἀπό τήν Ἱερά Μονή τῆς Ἁγίας Αἰκατερίνης Σινᾶ (μέ τή χρήση προγράμματος PowerPoint), ὥστε να ἐντείνεται μέ τόν τρόπο αὐτό ἡ προσοχή τῶν ἱερέων. Ἐπίσης, ὁ π. Χριστοφόρος διένειμε ὡς εὐλογία καί μιά εἰκόνα τοῦ ὁσίου Ἰωάννου, ἔχοντας ἐπισημειώσει στήν πίσω ὄψη τό ἑξῆς: «Ἡ πνοή τοῦ Παρακλήτου ἀναδεικνύει τόν ποιμένα».
Ἐκτενεῖς τοποθετήσεις ἀπό τούς συμμετέχοντες ἱερεῖς δέν ἀκολούθησαν, πλήν ἐκείνης τοῦ π. Δημοσθένους Παπακωστόπουλου, ὁ ὁποῖος συνεχάρη τόν ὁμιλητή γιά τήν παρουσίαση, τή σαφήνεια καί τή χάρη τῆς ὁμιλίας. Συμπλήρωσε δέ ὅτι ἡ θεολογία, δηλαδή τό περί Θεοῦ λέγειν, κατά τόν ἅγιο Γρηγόριο Νύσσης «ὄρος ἐστιν ὡς ἀληθῶς ἄναντες καί δυσπρόσιτον ἡ θεολογία, ἧς μόλις ὁ πολύς λεώς τῆς ὑπωρείας φθάνει. Ὅσον ἀφορᾶ σέ μᾶς, χρειάζεται ὀργανική σχέση μέ τήν Ἐκκλησίας, ἀξιοποίηση τοῦ χαρίσματος, καί κυρίως ἀγώνα, προσοχή καί προσευχή.
Ἡ Ἱερατική Σύναξη ἔκλεισε μέ τά λόγια τοῦ Σεβασμιωτάτου Ποιμενάρχου μας κ. Συμεών, ὁ ὁποῖος βέβαια εὐχαρίστησε τόν ὁμιλητή γιά τήν παρουσίαση πού ἔκανε μέ τή δέουσα παραστατικότητα, σαφήνεια καί ἀκρίβεια. Ὁ λόγος αὐτός «πρός τόν ποιμένα» ἀποτελεῖ ἕνα κατ’ ἐξοχήν ἀσκητικό ἔργο, πού θέτει θεμελιώδη ἀξιώματα στό ἐπίπεδο ποιμαντικῆς τῶν ἀνθρώπων πού ἀκολούθησαν τήν ἀσκητική ζωή. Καί κατέληξε λέγοντας ὅτι κι ἐμεῖς ὀφείλουμε ὄχι ἐπιπόλαια ἤ ὑποκριτικά νά καθοδηγοῦμε τίς ἀθάνατες ψυχές πού ἡ Ἐκκλησία μᾶς ἐνεπιστεύθη.
*
Α. ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΑ. Ὁ π. Χριστοφόρος ἀναφέρθηκε ἀρχικῶς στά βιογραφικά στοιχεῖα τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Σιναΐτου. Γεννήθηκε στήν Παλαιστίνη περί το 523 μ.Χ. καί σέ ἡλικία 16 ἐτῶν ἔγινε μοναχός στή Μονή τοῦ Σινᾶ. Διακρίθηκε γιά τήν ἀρετή του, τήν ὑπακοή του καί τήν ὁλόψυχη ἀφιέρωσή του στό Θεό. Μετά παρέλευση 16 ἐτῶν κοινοβιακῆς ζωῆς ἐξῆλθε τῆς Μονῆς καί ἔζησε ἐν ἡσυχίᾳ καί ἀσκήσει στήν πλησίον τῆς Ἱ. Μονῆς περιοχή, μέ τήν ὀνομασία Θολᾶ, ἐπί 40 συναπτά ἔτη, πυρπολούμενος συνεχῶς καί ἀδιαλείπτως ἀπό τόν διακαή ἔρωτα καί τή φλόγα τῆς θείας ἀγάπης. Κατόπιν πολλῶν πιέσεων ἀνέλαβε τήν ἡγουμενία τῆς Ἱερᾶς Μονῆς τοῦ Σινᾶ καί σάν ἄλλος Μωυσῆς εἰσῆλθε στό γνόφο τῆς θείας σοφίας καί ὡς θεοφώτιστος ποιμήν καθοδήγησε τό πιστευθέν εἰς αὐτόν ποίμνιο «εἰς νομάς» θείων χαρισμάτων. Κοιμήθηκε τήν 30ή Μαρτίου 603 καί ἄφησε στήν πατερική γραμματεία τό ἔξοχο βιβλίο τῶν 30 λόγων τῆς Κλίμακος, συμπλήρωμα τοῦ ὁποίου εἶναι ὁ λόγος πρός τόν Ποιμένα.
*
Β. ΤΟ ΕΡΓΟ «ΛΟΓΟΣ ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΠΟΙΜΕΝΑ». Ἐν συνεχείᾳ ὁ π. Χριστοφόρος ἀναφέρθηκε στό ἐν λόγῳ ἔργο τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Σιναΐτου. Εἰδικότερα, ὁ «Λόγος πρός τόν Ποιμένα», ὡς ἀπόσπασμα καί συμπλήρωμα τῶν τριάντα λόγων τῆς Κλίμακος πού συνέταξε ὁ ὅσιος Ἰωάννης ὁ Σιναΐτης καί ἀπευθύνεται στόν Ἰωάννη τῆς Ραϊθοῦ, εἶναι ἕνα ἁγιογραφικό ἀριστούργημα ποιμαντικῆς σοφίας. Ὁ ὅσιος, μέ ὕφος γλαφυρό καί διαυγές, παρουσιάζει παραστατικά τό ἰδεῶδες τοῦ Καλοῦ Ποιμένος. Ἡ ἀξία του ὡς κειμένου βρίσκεται στή κορυφή τῆς ἀσκητικῆς θεολογίας, διότι θέτει ὡς προϋπόθεση τῆς ποιμαντικῆς ἐπιστήμης τήν παρουσία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ὅπως ὁ ἴδιος γράφει: «Ἡ πνοή τοῦ Παρακλήτου ἀξιοποιεῖ κάθε ἄλλη γνώση καί χορηγεῖ τά νάματα τῆς ἄνωθεν σοφίας ὥστε νά ἀναδείξει τόν Ποιμένα».
Ὁ ὅσιος ἐπικεντρώνει τόν πλοῦτο τῆς ποιμαντικῆς του ἐμπειρίας στήν ποιμαντική τοῦ προσώπου. Ἐπειδή κάθε ἄνθρωπος εἶναι μιά ἀνεπανάληπτη προσωπικότητα καλό καί πρέπον εἶναι ἡ κάθε ποιμαντική προσπάθεια νά κατευθύνεται στό κάθε ἄνθρωπο ξεχωριστά καί να λαμβάνονται ὑπ’ ὄψιν οἱ ἰδιαιτερότητες του. Δηλ. ἡ ἐξατομίκευση τῆς ποιμαντικῆς εἶναι σημεῖο ἀναφορᾶς διά τόν ἅγιο Ἰωάννη. Αὐτό ἀπαιτεῖ ἄλλωστε καί ὁ νόμος τῆς πνευματικῆς διακρίσεως, ἄνευ τοῦ ὁποίου κάθε ποιμαντική προσέγγιση εἶναι πολύ πιθανό νά ὁδηγηθεῖ σέ ἀποτυχία.
Ὁ ὅσιος ἐπικεντρώνει τόν πλοῦτο τῆς ποιμαντικῆς του ἐμπειρίας στήν ποιμαντική τοῦ προσώπου. Ἐπειδή κάθε ἄνθρωπος εἶναι μιά ἀνεπανάληπτη προσωπικότητα καλό καί πρέπον εἶναι ἡ κάθε ποιμαντική προσπάθεια νά κατευθύνεται στό κάθε ἄνθρωπο ξεχωριστά καί να λαμβάνονται ὑπ’ ὄψιν οἱ ἰδιαιτερότητες του. Δηλ. ἡ ἐξατομίκευση τῆς ποιμαντικῆς εἶναι σημεῖο ἀναφορᾶς διά τόν ἅγιο Ἰωάννη. Αὐτό ἀπαιτεῖ ἄλλωστε καί ὁ νόμος τῆς πνευματικῆς διακρίσεως, ἄνευ τοῦ ὁποίου κάθε ποιμαντική προσέγγιση εἶναι πολύ πιθανό νά ὁδηγηθεῖ σέ ἀποτυχία.
*
Γ΄. ΕΜΒΑΘΥΝΣΗ ΣΕ ΕΚΛΕΚΤΑ ΑΠΟΣΠΑΣΜΑΤΑ. Ἀκολούθως, ὁ π. Χριστοφόρος προχώρησε στήν παρουσίαση, ἀνάλυση καί θεολογική ἐμβάθυνση τοῦ κειμένου (§§ 1-50).
Ι. ΟΙ ΘΕΜΕΛΙΩΔΕΙΣ ΑΡΕΤΕΣ ΤΟΥ ΚΑΛΟΥ ΠΟΙΜΕΝΟΣ
1.1. Ὁ θεῖος φωτισμός – ἡ θεία ἔλλαμψις (§ 3, 4, 5, 6). Ὁ ὅσιος Ἰωάννης ἀναφέρει καθαρά ὅτι ἡ θεία ἔλλαμψις, ὁ θεῖος φωτισμός εἶναι ἡ πρώτη καί θεμελιώδης προϋπόθεση τοῦ ἀληθινοῦ ποιμένα: «Διδάσκαλος πραγματικός εἶναι αὐτός πού ἔλαβε ἀπό τόν Θεόν πνευματικό βιβλίο, γραμμένο διά (δακτύλου Θεοῦ), δηλ. διά τῆς ἐνεργείας τῆς θείας ἐλλάμψεως καί δέν ἔχει πλέον ἀνάγκη ἀπό τά ἄλλα βιβλία. Δέν ἁρμόζει στούς διδασκάλους νά διδάσκουν ἀπό ἀντίγραφα καί χειρόγραφα, ὅπως καί στούς ζωγράφους νά ἀντιγράφουν παλαιούς πίνακες» γράφει ὁ ἅγιος.
1.2. Ἡ θυσία (§ 7, 8, 9). Ἀκολουθώντας τά λόγια τοῦ Κυρίου (Ἰω. 10,11), ὁ Ὅσιος προσδιορίζει τήν καλή συμπεριφορά τοῦ ποιμένος μέ παραδείγματα. Κατ’ ἀρχήν σκοπός καί καθῆκον του εἶναι νά «ζωοποιήσει», δηλ. νά ζωογονήσει μέ τή χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καί «ἰάσεται», δηλ. νά θεραπεύσει ὡς πνευματικός ἰατρός τά «νοσερά», τά ἀρρωστημένα πρόβατα. Καί αὐτό ἀπαιτεῖ κόπο, ἀπαιτεῖ θυσία.
1.3. Ἡ πνευματική διάκρισις (§ 14). Ἡ πνευματική διάκρισις, ὡς χάρισμα καί ἀρετή, εἶναι τό κλειδί πού ξεκλειδώνει τίς φανερές καί ἄδηλες πνευματικές ἀνάγκες κάθε ψυχῆς. Διότι ἀξιώνει τόν ποιμένα: «νά συμμετέχει στόν πόνο καί στίς διαθέσεις κάθε ἀδελφοῦ ἀνάλογα μέ τήν τάξη καί τήν ἀξία τοῦ καθενός»(στιχ. 14). Εἶναι τό δοχεῖο μέσα στό ὁποῖο γίνεται τό ξεκαθάρισμα τῶν ὁρίων τοῦ ἀγαθοῦ καί τῶν ὁρίων τοῦ κακοῦ, τό ξεχώρισμα «τοῦ καλοῦ, τοῦ κακοῦ καί τοῦ ἐνδιάμεσου», ὅπως γράφει ὁ ἱερός πατήρ. Δηλαδή διακρίνει τί εἶναι πράγματι καλό καί ἀγαθό ἀπό Θεοῦ, τί εἶναι κακό ἐξ ἐπηρείας τοῦ πονηροῦ καί ἡ μικτή, θολή κατάσταση τῆς παρουσίας τοῦ καλοῦ καί τοῦ κακοῦ στό ἴδιο πρόσωπο.
Ι. ΟΙ ΘΕΜΕΛΙΩΔΕΙΣ ΑΡΕΤΕΣ ΤΟΥ ΚΑΛΟΥ ΠΟΙΜΕΝΟΣ
1.1. Ὁ θεῖος φωτισμός – ἡ θεία ἔλλαμψις (§ 3, 4, 5, 6). Ὁ ὅσιος Ἰωάννης ἀναφέρει καθαρά ὅτι ἡ θεία ἔλλαμψις, ὁ θεῖος φωτισμός εἶναι ἡ πρώτη καί θεμελιώδης προϋπόθεση τοῦ ἀληθινοῦ ποιμένα: «Διδάσκαλος πραγματικός εἶναι αὐτός πού ἔλαβε ἀπό τόν Θεόν πνευματικό βιβλίο, γραμμένο διά (δακτύλου Θεοῦ), δηλ. διά τῆς ἐνεργείας τῆς θείας ἐλλάμψεως καί δέν ἔχει πλέον ἀνάγκη ἀπό τά ἄλλα βιβλία. Δέν ἁρμόζει στούς διδασκάλους νά διδάσκουν ἀπό ἀντίγραφα καί χειρόγραφα, ὅπως καί στούς ζωγράφους νά ἀντιγράφουν παλαιούς πίνακες» γράφει ὁ ἅγιος.
1.2. Ἡ θυσία (§ 7, 8, 9). Ἀκολουθώντας τά λόγια τοῦ Κυρίου (Ἰω. 10,11), ὁ Ὅσιος προσδιορίζει τήν καλή συμπεριφορά τοῦ ποιμένος μέ παραδείγματα. Κατ’ ἀρχήν σκοπός καί καθῆκον του εἶναι νά «ζωοποιήσει», δηλ. νά ζωογονήσει μέ τή χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καί «ἰάσεται», δηλ. νά θεραπεύσει ὡς πνευματικός ἰατρός τά «νοσερά», τά ἀρρωστημένα πρόβατα. Καί αὐτό ἀπαιτεῖ κόπο, ἀπαιτεῖ θυσία.
1.3. Ἡ πνευματική διάκρισις (§ 14). Ἡ πνευματική διάκρισις, ὡς χάρισμα καί ἀρετή, εἶναι τό κλειδί πού ξεκλειδώνει τίς φανερές καί ἄδηλες πνευματικές ἀνάγκες κάθε ψυχῆς. Διότι ἀξιώνει τόν ποιμένα: «νά συμμετέχει στόν πόνο καί στίς διαθέσεις κάθε ἀδελφοῦ ἀνάλογα μέ τήν τάξη καί τήν ἀξία τοῦ καθενός»(στιχ. 14). Εἶναι τό δοχεῖο μέσα στό ὁποῖο γίνεται τό ξεκαθάρισμα τῶν ὁρίων τοῦ ἀγαθοῦ καί τῶν ὁρίων τοῦ κακοῦ, τό ξεχώρισμα «τοῦ καλοῦ, τοῦ κακοῦ καί τοῦ ἐνδιάμεσου», ὅπως γράφει ὁ ἱερός πατήρ. Δηλαδή διακρίνει τί εἶναι πράγματι καλό καί ἀγαθό ἀπό Θεοῦ, τί εἶναι κακό ἐξ ἐπηρείας τοῦ πονηροῦ καί ἡ μικτή, θολή κατάσταση τῆς παρουσίας τοῦ καλοῦ καί τοῦ κακοῦ στό ἴδιο πρόσωπο.
*
ΙΙ. ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΑ ΣΗΜΕΙΑ ΤΗΣ ΔΙΑΚΡΙΣΕΩΣ
2.1. Ἡ προσωπική ἐμπειρία (§ 15, 16). Δέν εἶναι δυνατόν ὁ ποιμήν νά προσεύχεται καί πολύ περισσότερο νά διδάσκει καί νά ὑποδεικνύει ἀρετές καί πνευματικές καταστάσεις πού ὁ ἴδιος δέν γεύθηκε, δέν ἔζησε. Πρέπει πρῶτα ὁ ἴδιος νά ἔλθει σέ ἐπικοινωνία, νά συναντήσει ἐν πνεύματι τόν δοτῆρα τῶν ἀγαθῶν Θεό, νά ἀποκτήσει παρρησία ἐνώπιόν Του, νά γίνει φίλος Χριστοῦ καί μετά νά ἐπιχειρήσει νά συμφιλιώσει καί τούς ἄλλους με Ἐκεῖνον. Καί πρός τοῦτο ὁ ὅσιος μᾶς παρακινεῖ νά κάνουμε φίλους τούς ἀγγέλους τοῦ Θεοῦ μέ τή διαγωγή μας ὥστε ἐκεῖνοι νά συνδράμουν στή συμφιλίωσή μας μέ τόν Θεό.
2.2. Ἡ ἀπαθής ὑπόκρισις, ἔμμεση συγκατάβαση (§ 17, 18, 19, 20, 21). Ἡ διάκρισις δίνει τήν εὐχέρεια στόν ποιμένα νά ἐλίσσεται πνευματικά προκειμένου νά νουθετήσει καί νά ἰσορροπήσει πνευματικά τό ποίμνιο. Μέ τήν προϋπόθεση ὅτι ἔχει ἀπαλλαγεῖ ἀπό τό διασυρμό τῶν παθῶν δύναται νά ὑποκριθεῖ τόν θυμώδη ἤ τόν ἀκρατή, ἐνῶ εἶναι ἀπαθής, γιά να πλησιάσει και νά συνετίσει ἤ νά συγκινήσει τόν ὑποτακτικό. Νά δείχνει ἐπιείκεια ἐνῶ εἶναι αὐστηρός ἤ καί τό ἀντίστροφο ὥστε νά χαλιναγωγεῖ μέ τρόπο τίς ἀντιδράσεις τοῦ ποιμαινομένου. Νά λέγει ὅτι καί αὐτός ὅτι εἶναι ὁμοιοπαθής καί ὅτι μέ τή βοήθεια τοῦ Θεοῦ ξεπερνᾶ τήν ἀντίσταση τῶν παθῶν.
2.3. Ἡ πνευματική σύνεση (§ 22, 23, 24, 25, 26, 27, 28, 29, 31). Ὁ ποιμήν εἶναι ἀπαραίτητο νά προβλέπει ἐνέργειες καί κινήσεις του ὥστε νά μήν ἀστοχεῖ στό σκοπό του. Γιά κάθε ἁμαρτία πού προκαλεῖται, γιά κάθε πάθος πού ἀναφύεται ὑπάρχει λόγος, ὑπάρχει αἰτία. Μέ τή δύναμη τῆς διακρίσεως νά ἀνιχνεύει τί προκάλεσε τόν πονηρό λογισμό και τήν ἐπιθυμία, τήν πτώση στήν ἁμαρτία. Δέν ἀρκεῖ ἡ στηλίτευση τοῦ κακοῦ, ἴσως νά ἐπιφέρει ἀντίθετα ἀποτελέσματα. Χρειάζεται ἡ ἀναδρομή στά αἴτια ὥστε ἡ θεραπεία νά εἶναι ἀκριβής. Ὥστε νά δοθεῖ τό κατάλληλο πνευματικό φάρμακο, ἔστω κι ἄν εἶναι ἐπώδυνο, καί νά γίνει ἀποδεκτό.
2.4. Ἡ πνευματική προσέλκυση (§ 32, 33). Ἡ πνευματική ζωή ἔχει δυσκολίες διότι ἀντιστρατεύεται στό κοσμικό φρόνημα καί τήν ἄγνοια ἤ συνήθεια τῆς ἁμαρτίας. Ταυτόχρονα ὅμως προσφέρει μεγάλη ψυχική ἀγαλλίαση καί χάρη στούς ἀγωνιστές. Ὁ ὅσιος κρίνει ὅτι γιά νά προσελκύσουμε μιά ψυχή νά μπεῖ στόν ἀγῶνα αὐτό ὁ τονισμός τῆς μιᾶς ἤ τῆς ἄλλης ὄψεώς του ἀνεξέταστα δέν ὠφελεῖ. Κάθε ἄνθρωπος προσελκύεται διαφορετικά, ἀνάλογα μέ τήν ψυχική του εὐαισθησία.
2.5. Ἡ ἀξιολόγηση καί ἀξιοποίηση (§ 35, 36, 40). «Ὁ καλός στρατηγός πρέπει νά γνωρίζει καλά τήν θέση καί τήν τάξη καθενός στρατιώτη». Μέ τά λόγια αὐτά ὁ ὅσιος διδάσκει ὅτι ὁ καλός ποιμένας πρέπει νά ἔχει τήν διακριτική ἀντίληψη νά ἀξιολογεῖ σωστά τίς ἱκανότητες τοῦ ποιμνίου. Ὥστε ἀνάλογα μέ τή θέση πού ἔχει ἤ τό ἀξίωμα και τίς ἀρετές πού τόν διακρίνουν νά τόν κατανοεῖ καί νά τόν ἀξιοποιεῖ τόσο στό χῶρο τῆς Ἐκκλησίας ὅσο καί τῆς κοινωνίας.
2.6. Μεταξύ κύρους καί ταπείνωσης (§ 38). Ὁ ποιμήν πρέπει να διαφυλάσσει τό κῦρος τοῦ ἀξιώματός του μέ τέτοιο τρόπο ὥστε νά μήν ὑποβιβάζει τόν ἑαυτό του ἀδιάκριτα, νά μή ρίχνει τή θέση του θέλοντας νά φανεῖ ταπεινός, οὔτε πάλι νά ἐπιδεικνύει ἀδικαιολόγητη ἀλαζονεία προσπαθώντας νά κρατήσει τό κῦρος του ψηλά. Καί στά δύο ὑπάρχει μέτρο διακρίσεως.
2.7. Νουθεσίες καί ἐπιτίμια (§ 44, 45, 46). Ὅταν ὁ ποιμένας καλεῖται νά δεχθεῖ καί νά ἀκούσει τόν κάθε πιστό εἴτε γιά τίς ἁμαρτίες καί τά λάθη του εἴτε γιά τήν πνευματική ἐνίσχυση καί προκοπή του, νά ἔχει ὑπ’ ὄψιν του μερικά σημεῖα προσέγγισης: α) ὁ τρόπος τῆς παρουσίας τοῦ πιστοῦ, δηλ. τί αἰσθάνεται, ἐνῶ προσεγγίζει: ἐνοχή γιά ὅ,τι τόν βαρύνει ἤ ἀθωότητα ἐκ καθαρᾶς συνειδήσεως· β) «οἱ τόποι (πού ἔζησε), ἡ ἀνατροφή καί οἱ συνήθειες»· γ) ὁ βαθμός εἰλικρίνειας καί ταπείνωσης, ὅταν ὁμολογεῖ τά διαπραχθέντα· δ) ἡ ἀναγνώριση τοῦ πνευματικοῦ βάρους πού θα σηκώσει ὁ ποιμένας χάριν τοῦ ποιμαινομένου.
2.1. Ἡ προσωπική ἐμπειρία (§ 15, 16). Δέν εἶναι δυνατόν ὁ ποιμήν νά προσεύχεται καί πολύ περισσότερο νά διδάσκει καί νά ὑποδεικνύει ἀρετές καί πνευματικές καταστάσεις πού ὁ ἴδιος δέν γεύθηκε, δέν ἔζησε. Πρέπει πρῶτα ὁ ἴδιος νά ἔλθει σέ ἐπικοινωνία, νά συναντήσει ἐν πνεύματι τόν δοτῆρα τῶν ἀγαθῶν Θεό, νά ἀποκτήσει παρρησία ἐνώπιόν Του, νά γίνει φίλος Χριστοῦ καί μετά νά ἐπιχειρήσει νά συμφιλιώσει καί τούς ἄλλους με Ἐκεῖνον. Καί πρός τοῦτο ὁ ὅσιος μᾶς παρακινεῖ νά κάνουμε φίλους τούς ἀγγέλους τοῦ Θεοῦ μέ τή διαγωγή μας ὥστε ἐκεῖνοι νά συνδράμουν στή συμφιλίωσή μας μέ τόν Θεό.
2.2. Ἡ ἀπαθής ὑπόκρισις, ἔμμεση συγκατάβαση (§ 17, 18, 19, 20, 21). Ἡ διάκρισις δίνει τήν εὐχέρεια στόν ποιμένα νά ἐλίσσεται πνευματικά προκειμένου νά νουθετήσει καί νά ἰσορροπήσει πνευματικά τό ποίμνιο. Μέ τήν προϋπόθεση ὅτι ἔχει ἀπαλλαγεῖ ἀπό τό διασυρμό τῶν παθῶν δύναται νά ὑποκριθεῖ τόν θυμώδη ἤ τόν ἀκρατή, ἐνῶ εἶναι ἀπαθής, γιά να πλησιάσει και νά συνετίσει ἤ νά συγκινήσει τόν ὑποτακτικό. Νά δείχνει ἐπιείκεια ἐνῶ εἶναι αὐστηρός ἤ καί τό ἀντίστροφο ὥστε νά χαλιναγωγεῖ μέ τρόπο τίς ἀντιδράσεις τοῦ ποιμαινομένου. Νά λέγει ὅτι καί αὐτός ὅτι εἶναι ὁμοιοπαθής καί ὅτι μέ τή βοήθεια τοῦ Θεοῦ ξεπερνᾶ τήν ἀντίσταση τῶν παθῶν.
2.3. Ἡ πνευματική σύνεση (§ 22, 23, 24, 25, 26, 27, 28, 29, 31). Ὁ ποιμήν εἶναι ἀπαραίτητο νά προβλέπει ἐνέργειες καί κινήσεις του ὥστε νά μήν ἀστοχεῖ στό σκοπό του. Γιά κάθε ἁμαρτία πού προκαλεῖται, γιά κάθε πάθος πού ἀναφύεται ὑπάρχει λόγος, ὑπάρχει αἰτία. Μέ τή δύναμη τῆς διακρίσεως νά ἀνιχνεύει τί προκάλεσε τόν πονηρό λογισμό και τήν ἐπιθυμία, τήν πτώση στήν ἁμαρτία. Δέν ἀρκεῖ ἡ στηλίτευση τοῦ κακοῦ, ἴσως νά ἐπιφέρει ἀντίθετα ἀποτελέσματα. Χρειάζεται ἡ ἀναδρομή στά αἴτια ὥστε ἡ θεραπεία νά εἶναι ἀκριβής. Ὥστε νά δοθεῖ τό κατάλληλο πνευματικό φάρμακο, ἔστω κι ἄν εἶναι ἐπώδυνο, καί νά γίνει ἀποδεκτό.
2.4. Ἡ πνευματική προσέλκυση (§ 32, 33). Ἡ πνευματική ζωή ἔχει δυσκολίες διότι ἀντιστρατεύεται στό κοσμικό φρόνημα καί τήν ἄγνοια ἤ συνήθεια τῆς ἁμαρτίας. Ταυτόχρονα ὅμως προσφέρει μεγάλη ψυχική ἀγαλλίαση καί χάρη στούς ἀγωνιστές. Ὁ ὅσιος κρίνει ὅτι γιά νά προσελκύσουμε μιά ψυχή νά μπεῖ στόν ἀγῶνα αὐτό ὁ τονισμός τῆς μιᾶς ἤ τῆς ἄλλης ὄψεώς του ἀνεξέταστα δέν ὠφελεῖ. Κάθε ἄνθρωπος προσελκύεται διαφορετικά, ἀνάλογα μέ τήν ψυχική του εὐαισθησία.
2.5. Ἡ ἀξιολόγηση καί ἀξιοποίηση (§ 35, 36, 40). «Ὁ καλός στρατηγός πρέπει νά γνωρίζει καλά τήν θέση καί τήν τάξη καθενός στρατιώτη». Μέ τά λόγια αὐτά ὁ ὅσιος διδάσκει ὅτι ὁ καλός ποιμένας πρέπει νά ἔχει τήν διακριτική ἀντίληψη νά ἀξιολογεῖ σωστά τίς ἱκανότητες τοῦ ποιμνίου. Ὥστε ἀνάλογα μέ τή θέση πού ἔχει ἤ τό ἀξίωμα και τίς ἀρετές πού τόν διακρίνουν νά τόν κατανοεῖ καί νά τόν ἀξιοποιεῖ τόσο στό χῶρο τῆς Ἐκκλησίας ὅσο καί τῆς κοινωνίας.
2.6. Μεταξύ κύρους καί ταπείνωσης (§ 38). Ὁ ποιμήν πρέπει να διαφυλάσσει τό κῦρος τοῦ ἀξιώματός του μέ τέτοιο τρόπο ὥστε νά μήν ὑποβιβάζει τόν ἑαυτό του ἀδιάκριτα, νά μή ρίχνει τή θέση του θέλοντας νά φανεῖ ταπεινός, οὔτε πάλι νά ἐπιδεικνύει ἀδικαιολόγητη ἀλαζονεία προσπαθώντας νά κρατήσει τό κῦρος του ψηλά. Καί στά δύο ὑπάρχει μέτρο διακρίσεως.
2.7. Νουθεσίες καί ἐπιτίμια (§ 44, 45, 46). Ὅταν ὁ ποιμένας καλεῖται νά δεχθεῖ καί νά ἀκούσει τόν κάθε πιστό εἴτε γιά τίς ἁμαρτίες καί τά λάθη του εἴτε γιά τήν πνευματική ἐνίσχυση καί προκοπή του, νά ἔχει ὑπ’ ὄψιν του μερικά σημεῖα προσέγγισης: α) ὁ τρόπος τῆς παρουσίας τοῦ πιστοῦ, δηλ. τί αἰσθάνεται, ἐνῶ προσεγγίζει: ἐνοχή γιά ὅ,τι τόν βαρύνει ἤ ἀθωότητα ἐκ καθαρᾶς συνειδήσεως· β) «οἱ τόποι (πού ἔζησε), ἡ ἀνατροφή καί οἱ συνήθειες»· γ) ὁ βαθμός εἰλικρίνειας καί ταπείνωσης, ὅταν ὁμολογεῖ τά διαπραχθέντα· δ) ἡ ἀναγνώριση τοῦ πνευματικοῦ βάρους πού θα σηκώσει ὁ ποιμένας χάριν τοῦ ποιμαινομένου.
*
ΙΙΙ. ΠΟΙΜΑΝΤΙΚΗ ΕΠΙΣΤΗΜΗ (§ 10-13)
Ὁ Ὅσιος παραλληλίζει τό ἔργο τοῦ ποιμένος μέ τήν ἰατρική ἐπιστήμη καί, μέ βάση τά τότε ἰσχύοντα ἰατρικά ἐργαλεῖα, ὑποδεικνύει τά πνευματικά ἐκεῖνα ἐργαλεῖα πού ἔχουν πρακτική ἐφαρμογή, «ἔμπρακτη ἐπέμβαση» στήν ποιμαντική διακονία. Χαρακτηριστικά γράφει: «Ἄν δέν τά διαθέτωμε αὐτά πῶς θά ἀσκήσωμε τήν ἐπιστήμη μας; Δέν ὑπάρχει τρόπος. Διότι ὄχι μέ λόγια ἀλλά μέ ἔμπρακτη ἐπέμβαση (ὠφελοῦν οἱ ἰατροί (τούς ἀσθενεῖς και) παίρνουν τήν ἀμοιβή τους».
3.1. Τό ἔμπλαστρο, δηλ. τόν τρόπο θεραπείας τῶν παθῶν πού εἶναι ὁρατά, δηλ. τά σωματικά πάθη. Ἡ πρακτική νηστεία, ἡ ἐγκράτεια ὀφθαλμῶν, αὐτιῶν, γλώσσης ἀπό ἐφάμαρτες προκλήσεις, ἡ ἔμπρακτη ἀποφυγή ἀπό τόπους καί τρόπους πού συντελεῖται ἡ σωματική ἁμαρτία, δηλ. πρακτικές ἀπαγορευτικές ἐντολές.
3.2. Τό ἰατρικό ὑγρό γιά τή θεραπεία τῶν παθῶν τῆς ψυχῆς, πού δέν γίνονται ὁρατά, ἀλλά μολύνουν τήν καρδιά.
3.3. Τό ξυράφι, δηλ. ὁ ἑκούσιος ἤ ἀκούσιος ἐξευτελισμός πού μπορεῖ να δημιουργήσει πόνο ἀλλά ἀπαλλάσσει τήν ψυχή ἀπό τό κρυφό πάθος τῆς οἰήσεως.
3.4. Τό κολλύριο, δηλ. στό κατευνασμό του ἐσωτερικοῦ θυμοῦ, πού θολώνει τά μάτια τῆς ψυχῆς μέ τή μέθοδο τῆς πραείας νουθεσίας ἀλλά καί τῆς πνευματικῆς ἐπίπληξης γιά τυχόν λάθη
3.5. Τό φλεβοτόμο, δηλ. ἕνα τρόπο ἔντονης (ἴσως καί σκληρῆς) ἐπέμβασης, πού σάν τομή ματώνει ἀλλά διώχνει τό ἀκάθαρτο αἷμα τῆς ἁμαρτίας.
3.6. Ὁ σπόγγος, δηλ. ἡ ἤρεμη νουθεσία καί γεμάτη κατανόηση προσέγγιση μετά ἀπό μιά σκληρή ἀλλά ἀπαραίτητη παρέμβαση.
3.7. Ὁ θερμοκαυτήρ, εἶναι ὁ κανόνας, τό ἐπιτίμιο τοῦ πνευματικοῦ στόν ἐξομολογούμενο πού ἔχει σκοπό νά ἀνακάμψει τήν ὁρμή τῆς ἁμαρτίας.
3.8. Ἡ ἀλοιφή, εἶναι ὁ λόγος παραμυθίας πρός τόν μετανοοῦντα, ἀφ’ ἥς στιγμῆς το ἐπιτίμιο ἔφερε ἀποτέλεσμα, ἀνακούφισε τήν ψυχή ἀπό τήν πτώση.
3.9. Τό ὑπνωτικό, δηλ. νά ὁδηγήσουμε τόν ποιμαινόμενο στήν ἄγνοια ἐκείνη πού δέν ἀναλογίζεται τίς ἀρετές του ἀλλά τίς κρύβει μέσα στήν ταπείνωση καί ἀμεριμνησία πού χαρίζει ἡ ὑπακοή.
3.10. Ὁ ἐπίδεσμος, εἶναι ἡ συνεχής μέριμνα τοῦ ποιμένα νά συσφίγγει μέ νουθεσίες, προτροπές, ἐπισημάνσεις ἔντονες τό νοῦ ὥστε νά μή χαλαρώσει τό πνευματικό του ἀγώνα.
3.11. Καί τέλος τό μαχαίρι, ἡ ἀποκοπή, ἡ λυπηρή, ἀλλά ἀναγκαία τομή τοῦ σάπιου, τοῦ ἐνσυνείδητα ἀδιόρθωτου, αὐτοῦ πού οἰκειοθελῶς νέκρωσε κάθε ἰκμάδα πνευματικῆς διορθώσεως μέσα του.
Ὁ Ὅσιος παραλληλίζει τό ἔργο τοῦ ποιμένος μέ τήν ἰατρική ἐπιστήμη καί, μέ βάση τά τότε ἰσχύοντα ἰατρικά ἐργαλεῖα, ὑποδεικνύει τά πνευματικά ἐκεῖνα ἐργαλεῖα πού ἔχουν πρακτική ἐφαρμογή, «ἔμπρακτη ἐπέμβαση» στήν ποιμαντική διακονία. Χαρακτηριστικά γράφει: «Ἄν δέν τά διαθέτωμε αὐτά πῶς θά ἀσκήσωμε τήν ἐπιστήμη μας; Δέν ὑπάρχει τρόπος. Διότι ὄχι μέ λόγια ἀλλά μέ ἔμπρακτη ἐπέμβαση (ὠφελοῦν οἱ ἰατροί (τούς ἀσθενεῖς και) παίρνουν τήν ἀμοιβή τους».
3.1. Τό ἔμπλαστρο, δηλ. τόν τρόπο θεραπείας τῶν παθῶν πού εἶναι ὁρατά, δηλ. τά σωματικά πάθη. Ἡ πρακτική νηστεία, ἡ ἐγκράτεια ὀφθαλμῶν, αὐτιῶν, γλώσσης ἀπό ἐφάμαρτες προκλήσεις, ἡ ἔμπρακτη ἀποφυγή ἀπό τόπους καί τρόπους πού συντελεῖται ἡ σωματική ἁμαρτία, δηλ. πρακτικές ἀπαγορευτικές ἐντολές.
3.2. Τό ἰατρικό ὑγρό γιά τή θεραπεία τῶν παθῶν τῆς ψυχῆς, πού δέν γίνονται ὁρατά, ἀλλά μολύνουν τήν καρδιά.
3.3. Τό ξυράφι, δηλ. ὁ ἑκούσιος ἤ ἀκούσιος ἐξευτελισμός πού μπορεῖ να δημιουργήσει πόνο ἀλλά ἀπαλλάσσει τήν ψυχή ἀπό τό κρυφό πάθος τῆς οἰήσεως.
3.4. Τό κολλύριο, δηλ. στό κατευνασμό του ἐσωτερικοῦ θυμοῦ, πού θολώνει τά μάτια τῆς ψυχῆς μέ τή μέθοδο τῆς πραείας νουθεσίας ἀλλά καί τῆς πνευματικῆς ἐπίπληξης γιά τυχόν λάθη
3.5. Τό φλεβοτόμο, δηλ. ἕνα τρόπο ἔντονης (ἴσως καί σκληρῆς) ἐπέμβασης, πού σάν τομή ματώνει ἀλλά διώχνει τό ἀκάθαρτο αἷμα τῆς ἁμαρτίας.
3.6. Ὁ σπόγγος, δηλ. ἡ ἤρεμη νουθεσία καί γεμάτη κατανόηση προσέγγιση μετά ἀπό μιά σκληρή ἀλλά ἀπαραίτητη παρέμβαση.
3.7. Ὁ θερμοκαυτήρ, εἶναι ὁ κανόνας, τό ἐπιτίμιο τοῦ πνευματικοῦ στόν ἐξομολογούμενο πού ἔχει σκοπό νά ἀνακάμψει τήν ὁρμή τῆς ἁμαρτίας.
3.8. Ἡ ἀλοιφή, εἶναι ὁ λόγος παραμυθίας πρός τόν μετανοοῦντα, ἀφ’ ἥς στιγμῆς το ἐπιτίμιο ἔφερε ἀποτέλεσμα, ἀνακούφισε τήν ψυχή ἀπό τήν πτώση.
3.9. Τό ὑπνωτικό, δηλ. νά ὁδηγήσουμε τόν ποιμαινόμενο στήν ἄγνοια ἐκείνη πού δέν ἀναλογίζεται τίς ἀρετές του ἀλλά τίς κρύβει μέσα στήν ταπείνωση καί ἀμεριμνησία πού χαρίζει ἡ ὑπακοή.
3.10. Ὁ ἐπίδεσμος, εἶναι ἡ συνεχής μέριμνα τοῦ ποιμένα νά συσφίγγει μέ νουθεσίες, προτροπές, ἐπισημάνσεις ἔντονες τό νοῦ ὥστε νά μή χαλαρώσει τό πνευματικό του ἀγώνα.
3.11. Καί τέλος τό μαχαίρι, ἡ ἀποκοπή, ἡ λυπηρή, ἀλλά ἀναγκαία τομή τοῦ σάπιου, τοῦ ἐνσυνείδητα ἀδιόρθωτου, αὐτοῦ πού οἰκειοθελῶς νέκρωσε κάθε ἰκμάδα πνευματικῆς διορθώσεως μέσα του.
*
ΙV. ΑΝΩΘΕΝ ΒΟΗΘΕΙΑ (§ 50)
Ὁ κάθε ποιμένας στή διακονία του ἔχει ἀνάγκη ἄμεση «τῆς τοῦ Θεοῦ ἐπικουρίας» (ἅγιος Γρηγόριος Παλαμᾶς). Διότι στήν οὐσία διακονοῦμε τό θέλημα τοῦ Κυρίου καί ὄχι τό δικό μας. Ἄν στήν ποιμαντική μας προσπάθεια ἐμφυλοχωρήσουν δικές μας γνῶμες, δικές μας κρίσεις, δικοί μας χειρισμοί ἐρήμην τοῦ ἐκπεφρασμένου θελήματος τοῦ Θεοῦ, τότε κινδυνεύουμε νά ὁδηγήσουμε τό σκάφος σέ ὑφάλους. Ὕφαλοι εἶναι το θέλημά μας πού συνυπάρχει μέσα μας στή προσπάθειά μας νά προβάλουμε το θεῖο θέλημα.
Νά μήν μᾶς παρασύρουν προσωπικά πάθη καί ἰδιαίτερα τό προσωπικό πεῖσμα καί ὁ θυμός διότι θά μοιάζουμε μέ «λιοντάρια καί ἀλεποῦδες», πού μᾶλλον δέν σκοπεύουν νά φυλάξουν ἀλλά νά διαλύσουν τό ποίμνιο.
Ὁ κάθε ποιμένας στή διακονία του ἔχει ἀνάγκη ἄμεση «τῆς τοῦ Θεοῦ ἐπικουρίας» (ἅγιος Γρηγόριος Παλαμᾶς). Διότι στήν οὐσία διακονοῦμε τό θέλημα τοῦ Κυρίου καί ὄχι τό δικό μας. Ἄν στήν ποιμαντική μας προσπάθεια ἐμφυλοχωρήσουν δικές μας γνῶμες, δικές μας κρίσεις, δικοί μας χειρισμοί ἐρήμην τοῦ ἐκπεφρασμένου θελήματος τοῦ Θεοῦ, τότε κινδυνεύουμε νά ὁδηγήσουμε τό σκάφος σέ ὑφάλους. Ὕφαλοι εἶναι το θέλημά μας πού συνυπάρχει μέσα μας στή προσπάθειά μας νά προβάλουμε το θεῖο θέλημα.
Νά μήν μᾶς παρασύρουν προσωπικά πάθη καί ἰδιαίτερα τό προσωπικό πεῖσμα καί ὁ θυμός διότι θά μοιάζουμε μέ «λιοντάρια καί ἀλεποῦδες», πού μᾶλλον δέν σκοπεύουν νά φυλάξουν ἀλλά νά διαλύσουν τό ποίμνιο.
*
ΕΠΙΛΕΓΜΕΝΑ ΑΠΟΣΠΑΣΜΑΤΑ
1. «Διδάσκαλος ἐστιν ὄντως, ὁ νοεράν δέλτον γνώσεως δακτύλῳ Θεοῦ, ἤγουν ἐνεργείᾳ ἐλλάμψεως ἐξ αὐτοῦ κομισάμενος καί τῶν λοιπῶν βιβλίων ἀνενδεής γενόμενος. Ἀπρεπές διδασκάλοις ἐξ ἀντιγράφων παιδεύειν καί ζωγράφοις ἐκ πινάκων παλαιῶν σημειοῦσθαι» (§ 5).
Διδάσκαλος πραγματικός εἶναι αὐτός πού ἔλαβε ἀπό τόν Θεό πνευματικό βιβλίο, γραμμένο διά «δακτύλου Θεοῦ», δηλαδή διά τῆς ἐνεργείας τῆς θείας ἐλλάμψεως καί δέν ἔχει πλέον ἀνάγκη ἀπό τά ἄλλα βιβλία. Δέν ἁρμόζει στούς διδασκάλους νά διδάσκουν ἀπό ἀντίγραφα καί χειρόγραφα, ὅπως καί στούς ζωγράφους νά ἀντιγράφουν παλαιούς πίνακες.
1. «Διδάσκαλος ἐστιν ὄντως, ὁ νοεράν δέλτον γνώσεως δακτύλῳ Θεοῦ, ἤγουν ἐνεργείᾳ ἐλλάμψεως ἐξ αὐτοῦ κομισάμενος καί τῶν λοιπῶν βιβλίων ἀνενδεής γενόμενος. Ἀπρεπές διδασκάλοις ἐξ ἀντιγράφων παιδεύειν καί ζωγράφοις ἐκ πινάκων παλαιῶν σημειοῦσθαι» (§ 5).
Διδάσκαλος πραγματικός εἶναι αὐτός πού ἔλαβε ἀπό τόν Θεό πνευματικό βιβλίο, γραμμένο διά «δακτύλου Θεοῦ», δηλαδή διά τῆς ἐνεργείας τῆς θείας ἐλλάμψεως καί δέν ἔχει πλέον ἀνάγκη ἀπό τά ἄλλα βιβλία. Δέν ἁρμόζει στούς διδασκάλους νά διδάσκουν ἀπό ἀντίγραφα καί χειρόγραφα, ὅπως καί στούς ζωγράφους νά ἀντιγράφουν παλαιούς πίνακες.
*
2. «Ἀγαθός κυβερνήτης διασώσει πλοῖον, καί καλός ποιμήν ζωοποιήσει καί ἰάσεται νοσερά πρόβατα. Καθόσον τά πρόβατα τῷ ποιμένι ἀπαραλείπτως ἀκολουθοῦσι προκόψαντα, κατά τοσοῦτον ὑπέρ αὐτῶν τῷ οἰκοδεσπότι ἀπολογεῖται. Λιθαζέτω τῷ λόγῳ ὁ ποιμήν καί τά ἐξ ὀκνηρίας ἤ γαστριμαργίας ἀπομένοντα πρόβατα· ἔστι γάρ καί τοῦτο ἀγαθοῦ ποιμένος τεκμήριον» (§ 7).
Ὁ ἱκανός κυβερνήτης θά διασώσει τό πλοῖο, καί ὁ καλός ποιμήν θά ζωογονήσει καί θά θεραπεύσει τά ἀρρωστημένα πρόβατα. Ὅσο τά πρόβατα ἀκολουθοῦν συνεχῶς τόν ποιμένα καί προχωροῦν, τόσο θά εἶναι σέ θέση νά ἀπολογηθεῖ ὑπερ αὐτῶν στόν οἰκοδεσπότη. Ἄς λιθοβολεῖ μέ τά λόγια (δηλ. νά ἀφυπνίζει μέ τόν πνευματικό λόγο) ὁ ποιμήν τά πρόβατα πού μένουν πίσω ἀπό ὀκνηρία ἤ γαστριμαργία. Εἶναι καί αὐτό μιά ἀπόδειξη καλοῦ ποιμένος.
Ὁ ἱκανός κυβερνήτης θά διασώσει τό πλοῖο, καί ὁ καλός ποιμήν θά ζωογονήσει καί θά θεραπεύσει τά ἀρρωστημένα πρόβατα. Ὅσο τά πρόβατα ἀκολουθοῦν συνεχῶς τόν ποιμένα καί προχωροῦν, τόσο θά εἶναι σέ θέση νά ἀπολογηθεῖ ὑπερ αὐτῶν στόν οἰκοδεσπότη. Ἄς λιθοβολεῖ μέ τά λόγια (δηλ. νά ἀφυπνίζει μέ τόν πνευματικό λόγο) ὁ ποιμήν τά πρόβατα πού μένουν πίσω ἀπό ὀκνηρία ἤ γαστριμαργία. Εἶναι καί αὐτό μιά ἀπόδειξη καλοῦ ποιμένος.
*
3. «Τελείως ὁ ἰατρός ὀφείλει τά πάθη ἐκδύσασθαι· ἵνα ἐν καιρῷ τινι δυνήσεταί τινα καί μάλιστα τόν θυμόν ὑποκρίνασθαι· εἰ μή γάρ ταῦτα εἰ ἄκρον ἀπώσαιτο, οὐ δυνήσεται πάλιν αὐτά ἀπαθῶς ὑποδύσασθαι» (§ 18).
Ὁ ἰατρός ὀφείλει νά ἀποβάλει τελείως τά πάθη ἀπό μέσα του· ὥστε στήν κατάλληλη περίσταση νά μπορέσει νά τά ὑποκριθεῖ, καί μάλιστα τό πάθος τοῦ θυμοῦ. Διότι ἐάν δέν τά ἔχει τελείως ἀπομακρύνει ἀπό τόν ἑαυτό του, δέν θά μπορέσει τότε νά τά ὑποκριθεῖ μέ ἀπάθεια.
Ὁ ἰατρός ὀφείλει νά ἀποβάλει τελείως τά πάθη ἀπό μέσα του· ὥστε στήν κατάλληλη περίσταση νά μπορέσει νά τά ὑποκριθεῖ, καί μάλιστα τό πάθος τοῦ θυμοῦ. Διότι ἐάν δέν τά ἔχει τελείως ἀπομακρύνει ἀπό τόν ἑαυτό του, δέν θά μπορέσει τότε νά τά ὑποκριθεῖ μέ ἀπάθεια.
*
4. «Οὐ θαυμαστός διδάσκαλος ὁ τούς εὐμαθεῖς παῖδας σοφούς ἐργασάμενος, ἀλλ’ ὁ τούς ἀμαθεῖς καί ἀσόφους σοφίσας καί τελειώσας» (§ 20).
Ἀξιοθαύμαστος διδάσκαλος δέν εἶναι αὐτός πού ἔκανε σοφούς τούς καλούς καί εὐμαθεῖς μαθητές, ἀλλ΄ ἐκεῖνος πού ἔκανε σοφούς τούς ἀμαθεῖς καί καθυστερημένους.
Ἀξιοθαύμαστος διδάσκαλος δέν εἶναι αὐτός πού ἔκανε σοφούς τούς καλούς καί εὐμαθεῖς μαθητές, ἀλλ΄ ἐκεῖνος πού ἔκανε σοφούς τούς ἀμαθεῖς καί καθυστερημένους.
*
5. «Οὐδέ πᾶσιν ὁ ὁδηγός τοῖς προσερχομένοις στενήν καί τεθλιμμένην τήν ὁδόν λέγεις ὀφείλει· οὐδέ μήν ἑκάστῳ τόν ζυγόν χρηστόν καί τό φορτίον ἐλαφρόν· σκοπεῖν δέ μᾶλλον καί προσφυῶς ἁρμόζειν τά φάρμακα· τοῖς μέν ἐκ χαλεπῶν ἁμαρτημάτων βεβαρημένοις καί εὐχερῶς πρός τήν ἀπόγνωσιν ἔχουσι, τό δεύτερον· τοῖς δέ πρός τό ὑψηλόν πάλιν καί οἰηματικόν φρόνημα ρέπουσι, τό πρῶτον ἁρμόδιον φάρμακον» (§ 32).
Ὁ πνευματικός ὁδηγός οὔτε πρέπει νά παρουσιάζει σέ ὅλους ὅσοι προσέρχονται στή μοναχική ζωή «στενή καί τεθλιμμένη τήν ὁδό», ἀλλ’ οὔτε καί στόν καθένα «τόν ζυγόν χρηστόν καί τό φορτίον ἐλαφρόν» (Ματθ. 11,30). Τό καλύτερο εἶναι νά ἐξετάζει κάθε περίπτωση καί ἀναλόγως νά προσφέρει τό κατάλληλο φάρμακο. Σ’ αὐτούς πού βαρύνονται ἀπό μεγάλα ἁμαρτήματα καί εὔκολα ρέπουν πρός τήν ἀπόγνωση, ἄς δίδεται τό δεύτερο φάρμακο. Ἐνῶ σ’ ἐκείνους πού ρέπουν πρός τό ὑπερήφανο καί ἐγωιστικό φρόνημα εἶναι κατάλληλο τό πρῶτο.
Ὁ πνευματικός ὁδηγός οὔτε πρέπει νά παρουσιάζει σέ ὅλους ὅσοι προσέρχονται στή μοναχική ζωή «στενή καί τεθλιμμένη τήν ὁδό», ἀλλ’ οὔτε καί στόν καθένα «τόν ζυγόν χρηστόν καί τό φορτίον ἐλαφρόν» (Ματθ. 11,30). Τό καλύτερο εἶναι νά ἐξετάζει κάθε περίπτωση καί ἀναλόγως νά προσφέρει τό κατάλληλο φάρμακο. Σ’ αὐτούς πού βαρύνονται ἀπό μεγάλα ἁμαρτήματα καί εὔκολα ρέπουν πρός τήν ἀπόγνωση, ἄς δίδεται τό δεύτερο φάρμακο. Ἐνῶ σ’ ἐκείνους πού ρέπουν πρός τό ὑπερήφανο καί ἐγωιστικό φρόνημα εἶναι κατάλληλο τό πρῶτο.