Η ΣYNENTEYΞH τοῦ Σεβασμ. Mητροπολίτου μας στόν «ΚΡΗΤΙΚΟ ΛΟΓΟ Παλαιοῦ Φαλήρου»

Η   Σ Y N E N T E Y Ξ H
τ ο ῦ   Σ ε β α σ μ.   M η τ ρ ο π ο λ ί τ ο υ   μ α ς 
σ τ ό ν   « Κ Ρ Η Τ Ι Κ Ο   Λ Ο Γ Ο   
Π α λ α ι ο ῦ   Φ α λ ή ρ ο υ » 
(Φύλλο 110, Ἰούνιος-Ἰούλιος 2014)


Με ιδιαίτερη χαρά ο «ΚΡΗΤΙΚOΣ ΛOΓOΣ Π. Φαλήρου», φιλοξενεί και προσφέρει στους φίλους αναγνώστες μια ενδιαφέρουσα συνέντευξη του Σεβασμιότατου Μητροπολίτη μας Ν. Σμύρνης κ. Συμεών με τη συμπλήρωση 12 χρόνων από την ενθρόνισή του. Σε ένδειξη τιμής στη μακρόχρονη συνεπή προσωπικότητα του «ποιήσαντος και διδάξαντος» του Eυαγγελίου. Xαρισματικός ιεράρχης με πλούσια φιλανθρωπική και πνευματική δράση, είναι ένας από τους πιο μορφωμένους ιεράρχες της Eκκλησίας. Ένας ιεράρχης εμπνευσμένος και φωτισμένος που με το ήθος του, τη σοβαρότητα στο λόγο και στη σκέψη, φέρνει την Eκκλησία κοντά στην κοινωνία. O Σεβασμιότατος μας δέχθηκε στα Γραφεία της Μητροπόλεως (Aγίου Aνδρέα 14) και απάντησε με περισσή άνεση σ’ όλες τις ερωτήσεις που του έθεσε η εφημερίδα και αφορούν σε θέματα που απασχολούν την Εκκλησία, μιλάει για τις συνθήκες και τα ζητήματα που η Μητρόπολη προσπαθεί να δώσει το δικό της παρών στην κοινωνία, για το πνευματικό της έργο αλλά και ως αρωγός στην «περιπέτεια» που ζεί ο κόσμος αυτά τα χρόνια.

krit.logos1


Σεβασμιότατε, ξεκινώντας, θα θέλαμε να μας «συστήσετε» την Ι. Μ. Ν. Σμύρνης.

Η Μητρόπολη Νέας Σμύρνης είναι μια από τις νεώτερες Μητροπόλεις της Εκκλησίας της Ελλάδος. Ιδρύθηκε το 1974 εξ αποσπάσεως από την Ι. Αρχιεπισκοπή Αθηνών. Πρώτος Μητροπολίτης υπήρξε ο μακαριστός Ιεράρχης Χρυσόστομος Βούλτσος, ο οποίος προηγουμένως είχε διατελέσει βοηθός Επίσκοπος της Μητροπόλεως Ιωαννίνων με τον τίτλο του Επισκόπου Δωδώνης. Εκοιμήθη πολύ νέος  μόλις 59 ετων  και τον διεδέχθη ο Μητροπολίτης Αγαθάγγελος Ταμπουρατζάκης μετατεθείς από τη Μητρόπολη Διδυμοτείχου και Ορεστιάδος. Ο Αγαθάγγελος εκοιμήθη το 2001. Το 2002 επί Αρχιεπισκόπου Χριστοδούλου δημιουργήθηκε η νέα Μητρόπολη Γλυφάδας, οι περιοχές της οποίας μέχρι τότε ανήκαν στη Μητρόπολή μας. 

Τον Οκτώβριο του 2002 νέος Μητροπολίτης Νέας Σμύρνης εξελέγη από την σεπτή Ιεραρχία η ταπεινότης μου, ιεροκήρυξ της Ιεράς Μητροπόλεως Νέας Σμύρνης μέχρι τότε. 
Μετά τη δημιουργία της Μητροπόλεως Γλυφάδας, η Μητρόπολη Νέας Σμύρνης περιλαμβάνει τέσσερις Δήμους  πόλεις: τη Νέα Σμύρνη,  έδρα της Μητροπόλεως, το Παλαιό Φάληρο, τον Άλιμο και την Αργυρούπολη. Η Μητρόπολή μας έμεινε με 18 Ενορίες. Σ’ αυτές προστέθηκαν άλλες δύο  μία στον Άλιμο και τελευταία άλλη μία στη Νέα Σμύρνη  πού ιδρύθηκαν επί των ημερών μου. 

Είστε Μητροπολίτης σε μια περιοχή μάλλον εύπορη. Πώς ζει το ποίμνιό σας την κρίση και ποια είναι η συμπαράσταση της τοπικής Εκκλησίας, με συγκεκριμένες δράσεις;

Ο χαρακτηρισμός «εύπορες» για τις περιοχές της Μητροπόλεώς μας είναι πολύ σχετικός. Οι περιοχές μας, πράγματι, μέχρι που ξέσπασε η οικονομική κρίση, δεν είχαν οξυμένα οικονομικά και κοινωνικά προβλήματα ευρείας κλίμακας, όπως ίσως άλλες περιοχές του λεκανοπεδίου. Ωστόσο, η οικονομική κρίση έπληξε και τους ανθρώπους των δικών μας περιοχών με αποτέλεσμα να αντιμετωπίζουμε κι εδώ, στις περιοχές μας, πολλά προβλήματα. Ενδεικτικά σας αναφέρω μόνο, ότι στους τέσσερις Δήμους μας λειτουργούν 9 συσσίτια και διανέμονται πάνω από 750 μερίδες φαγητού ημερησίως. Πέρα από τα συσσίτια, η Μητρόπολή μας δραστηριοποιείται και σε άλλους τομείς. Κάθε χρόνο, τέλη Νοεμβρίου, εκτυπώνουμε και διανέμουμε στους πιστούς μας την «Μαρτυρία Αγάπης», έναν απολογισμό των δράσεών μας. Από τη «Μαρτυρία Αγάπης» του περασμένου Νοεμβρίου μπορείτε να πληροφορηθείτε τις επιμέρους δραστηριότητές μας και τα συγκεκριμένα ποσά που δαπανήθηκαν.

Η κρίση πέρα από οικονομική είναι κυρίως ηθική και αξιακή. Ποιες ηθικές αρχές και ποιές αξίες θίγονται κυρίως σήμερα και ποια η αντίδραση της Εκκλησίας;

Είναι προφανές. Η κρίση δεν είναι μόνο οικονομική· είναι πρωτίστως πνευματική. Η επιθυμία του εύκολου πλουτισμού, η θεοποίηση του κέρδους, ο ευδαιμονισμός και η καταναλωτική μανία, η αμφισβήτηση των ηθικών αξιών και γενικότερα η υλιστική αντίληψη της ζωής είναι οι βαθύτερες ρίζες της ποικιλόμορφης κρίσεως πού αντιμετωπίζουμε.
Είναι αυτονόητο ότι το Ευαγγέλιο και η Εκκλησία βρίσκονται στους αντίποδες αυτών των παρακμιακών φαινομένων. Η «αντίδρασή» μας δεν είναι απλώς η άρνησή τους, αλλά η βαθύτερη πνευματική καλλιέργεια των ανθρώπων για να μπορέσουν να νοηματοδοτήσουν σωστά τη ζωή τους και να κατανοήσουν τον χριστιανικό προορισμό τους. Τουλάχιστον αυτοί που είναι χριστιανοί και ανήκουν στο πλήρωμα της Εκκλησίας.

Ο λόγος της Εκκλησίας μπορεί να ξαναβρεί τη χαμένη του απήχηση σε μια κοινωνία απογοητευμένη από τους θεσμούς, αλλά και από τη διοίκηση της Εκκλησίας και αν αυτή την εποχή η Εκκλησία θα  μπορούσε να είναι το μεγάλο στήρισμα;

Ακραδάντως πιστεύω ότι ο λόγος της Εκκλησίας έχει μοναδική αναπλαστική δύναμη. Αρκεί εμείς που τον κηρύσσουμε να τον προσφέρουμε όπως πρέπει: ζωντανό, καθαρό και με τη «γλώσσα» που θα δίνει τη δυνατότητα να τον προσλαμβάνουν οι άνθρωποι της εποχής μας. Επιπλέον, η συνέπεια του βίου ημών των εκκλησιαστικών είναι αναγκαία προϋπόθεση για να βεβαιωθούν οι άνθρωποι ότι το Ευαγγέλιο είναι εφαρμόσιμο και σήμερα και να αποδεχτούν το μήνυμά του. Πάντως, παρά τα λάθη και τις ατέλειές μας, η Εκκλησία ως θεσμός και σήμερα εξακολουθεί να αποτελεί το καταφύγιο και το στήριγμα πολλών ανθρώπων. Να προσθέσω: και νέων ανθρώπων.

Υπάρχουν πρακτικές, απόψεις και συμπεριφορές στους κόλπους της Εκκλησίας που δεν είναι για Εσάς αποδεκτές;

Χρέος όλων μας, όλων των μελών της Εκκλησίας, είτε είμαστε ιερωμένοι είτε λαϊκά μέλη της, είναι να εναρμονίζουμε καθημερινά τη ζωή μας προς τις επιταγές του Ευαγγελίου. Φυσικά, απόψεις και συμπεριφορές που απορρίπτει το Ευαγγέλιο, είναι απαράδεκτες και κατακριτέες από κάθε χριστιανό που πιστεύει στην καθαρότητα και τη γνησιότητα της χριστιανικής ζωής. Σ’ αυτούς ανήκει και η ελαχιστότητά μου.

Ποια είναι η γνώμη Σας για το πολυσυζητημένο σύμφωνο συμβίωσης;

Το «σύμφωνο ελεύθερης συμβίωσης» από χριστιανική σκοπιά είναι απαράδεκτο. Ενδεχόμενη επέκτασή του και στους ομοφυλόφιλους, ακόμη περισσότερο. Για τους χριστιανούς ιδανικό είναι ο χριστιανικός γάμος και η χριστιανική οικογένεια που με αφετηρία τον γάμο συγκροτείται. Και τα μέλη της Εκκλησίας, αν θέλουν να είναι γνήσια μέλη της, εγκαινιάζουν τον έγγαμο βίο τους με την τέλεση του μυστηρίου του γάμου, μέσω του οποίου λαμβάνουν την ευλογία και τη χάρη του Θεού. Για τους λόγους αυτούς η Εκκλησία είναι και παραμένει απολύτως αντίθετη σε οτιδήποτε πλήττει τον χριστιανικό γάμο ή τείνει σε επίπεδο δικαίου να τον υποκαταστήσει.

Είναι στα καθήκοντα των Ιεραρχών να διατυπώνουν δημόσια την άποψή τους για θέματα ζωής όλων μας ή πρέπει να «περιοριστούν στα του οίκου τους» όπως συχνά και πολύ δηκτικά, συστήνουν κάποιοι στην Εκκλησία;

Οι Ιεράρχες ως υπεύθυνοι ποιμένες του χριστιανικού λαού οφείλουν να προασπίζονται την ορθή πίστη και να καθοδηγούν τους πιστούς στον δρόμο της χριστιανικής ζωής. Και από τον άμβωνα και με τη γραφίδα τους, ακόμη και μέσα από τα σύγχρονα μέσα επικοινωνίας και κοινωνικής δικτύωσης. Επομένως έχουν λόγο, λόγο δημόσιο, υπεύθυνο και, βέβαια, πρωτίστως ποιμαντικό, δηλαδή καθοδηγητικό για τους πιστούς. Αυτό ενοχλεί ορισμένους, όταν δεν συμφωνούν ή όταν δεν τους αρέσουν οι θέσεις που οι επίσκοποι διατυπώνουν, πιστοί στις αρχές του Ευαγγελίου και στον τρόπο ζωής που η Εκκλησία προτείνει. 
Ο ελληνικός Κλήρος μάλιστα, λόγω προσφοράς και θυσιών, ανέκαθεν είχε λόγο και σε ζητήματα εθνικά. Και αυτό συνεχίζει να το κάνει μέχρι σήμερα. Το αξιώνει άλλωστε και ο πιστός λαός.

Η άποψη της Εκκλησίας ως Θεσμού, σ’ ότι αφορά στην διδασκαλία των Θρησκευτικών στα Σχολεία, εμπίπτει στα «του οίκου της Εκκλησίας»;

Είναι γνωστή η θρησκευτική ομοιογένεια του ελληνικού λαού. Η συντριπτική του πλειονότητα ανήκει στην Ορθόδοξη Εκκλησία. Από το γεγονός αυτό εκπορεύεται και η θέση και το περιεχόμενο του μαθήματος των Θρησκευτικών που διδάσκονται στα Σχολεία. Γι’ αυτό και έχει, δικαιούται να έχει λόγο και η Εκκλησία. 
Αυτό δεν πρέπει να εκλαμβάνεται ως παρέμβαση της Εκκλησίας σε χώρους που δεν είναι της αρμοδιότητάς της. Το πνεύμα αμοιβαίας εμπιστοσύνης και καλής συνεργασίας που είναι ανάγκη να διέπουν τις σχέσεις της ποιμαίνουσας Εκκλησίας και όλων των φορέων της εκπαιδευτικής διαδικασίας  μακριά από ιδεολογικές αγκυλώσεις και κομματικές προκαταλήψεις, μας επιτρέπει να αντιμετωπίζουμε δημιουργικά όλα τα ζητήματα που ανακύπτουν. 
Φυσικά, κι εμείς οι άνθρωποι της Εκκλησίας δεν πρέπει να αγνοούμε τις διάφορες μεταβολές που συντελούνται σήμερα γύρω μας  εννοώ και στον ελλαδικό χώρο, και οι οποίες επιβάλλουν ανάλογες, διαφορετικές σε σχέση με το παρελθόν, προσεγγίσεις.

Συχνά αναφέρεται τον τελευταίο καιρό ότι κάποιοι χρησιμοποιούν το όνομα της Εκκλησίας για πολιτικές σκοπιμότητες. Πώς το αξιολογείτε αυτό;

Η Εκκλησία, είναι γεγονός, έχει δύναμη. Και οι ποιμένες της  όλων των βαθμών  επηρεάζουν το πλήρωμά της.  Αυτό θα πρέπει να μας κάνει πολύ προσεκτικούς. Οι ιερωμένοι παραμένουμε μακριά από τη διαπάλη των κομμάτων. Εμείς ενώνουμε, δεν διαιρούμε τον λαό. Η Εκκλησία είναι σημείο ενότητας των πάντων, έξω και πέρα από κομματικά πιστεύω και κομματικές ταυτότητες. 
Η διάκριση και η προσοχή μας θα πρέπει να προφυλάσσει την Εκκλησία και από εκείνους που για τις δικές τους επιδιώξεις μας πλησιάζουν και άθελά μας μάς εκμεταλλεύονται. Αυτές οι επιδιώξεις μερικές φορές είναι και πολιτικές -κομματικές.

Ποια είναι η άποψή Σας για το υπό σύσταση (ΝΠΔΔ) και κατασκευή Τέμενος;

Σε καμιά περίπτωση δεν θέλω τέμενος στο χώρο της Μητροπόλεώς μας. Δεν υπάρχει άλλωστε και λόγος. Όμως δεν μπορούμε να αγνοούμε σήμερα και την παρουσία στην πατρίδα μας  και κυρίως στο λεκανοπέδιο της Αττικής  χιλιάδων μουσουλμάνων που είτε έχουν εγκατασταθεί νόμιμα και μόνιμα είτε έρχονται λόγω επαγγελματικών υποχρεώσεων περιοδικά. Δικαιούνται και αυτοί οι άνθρωποι να έχουν τη δυνατότητα να λατρεύουν με αξιοπρέπεια τον Θεό τους.
Το θέμα ανάγεται πρωτίστως στις αρμοδιότητες της Πολιτείας και της Τοπικής Αυτοδιοίκησης. Για την αντιμετώπισή του πάντως χρειάζεται, σοβαρότητα, προσοχή και καλή μελέτη. Ο τόπος μας διαφέρει από άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Βαραίνει η ιστορική μνήμη και λόγω της γεωγραφικής μας θέσης είναι ενδεχόμενο να προκύψουν σοβαρά προβλήματα.

Ποια είναι η γνώμη Σας για τη σημερινή οργάνωση και διοίκηση της Εκκλησίας με την Αυτοκέφαλη Εκκλησία της Ελλάδος, τις Μητροπόλεις των λεγομένων «Νέων Χωρών», την ημιαυτόνομη και με δική της Σύνοδο και Αρχιεπίσκοπο Εκκλησία της Κρήτης και τις Μητροπόλεις της Δωδεκανήσου, οι οποίες υπάγονται διοικητικά απευθείας στο Οικουμενικό Πατριαρχείο; Αυτή η οργάνωση έχει και αρνητικές συνέπειες στη διοίκηση της Εκκλησίας;

Με βάση την αρχή που επικράτησε από την εποχή του αγίου και Μεγάλου Φωτίου στον χώρο της εκκλησιαστικής διοίκησης, δηλαδή τα εκκλησιαστικά πράγματα να μεταβάλλονται και να προσαρμόζονται προς τα πολιτικά, ο ελλαδικός χώρος  όπως έχει σήμερα  θα έπρεπε να αποτελεί μία τοπική Εκκλησία με ενιαία διοίκηση. Αυτό για τη χώρα μας δεν ίσχυσε για πολύ ειδικούς και σοβαρούς λόγους, που εύκολα κατανοείτε. Αν και κατά καιρούς ανέκυψαν διάφορες δυσκολίες  και είναι ενδεχόμενο και στο μέλλον να εμφανιστούν, κατά τη γνώμη μου, δεν πρέπει να επιδιωχθεί μεταβολή της υφιασταμένης καταστάσεως. Η πατρίδα μας και η Ελλαδική Εκκλησία έχουν ιερή υποχρέωση να στέκονται στο πλευρό του Οικουμενικού μας Πατριαρχείου και να το στηρίζουν με όλες τους τις δυνάμεις. Το επιτάσσει η ιστορία και η ζωντανή παράδοση του γένους μας.

Πρέπει να υπάρχει όριο ηλικίας των Αρχιερέων; Ή δεν υπάρχει όριο ηλικίας. Υπάρχει όριο αντοχής!

Πρόκειται για ζήτημα που έχει τεθεί στο παρελθόν  υπήρξε και σχετική νομοθετική ρύθμιση που αργότερα καταργήθηκε  και συνεχίζει να μας προβληματίζει και σήμερα. Οι Ιεράρχες  και γενικότερα οι ιερωμένοι  δεν είναι δημόσιοι υπάλληλοι. Είναι λειτουργοί της Εκκλησίας και πνευματικοί πατέρες των πιστών. Ειδικότερα για τους Μητροπολίτες η κανονική αρχή που επικράτησε είναι η ισοβιότητα του επισκοπικού λειτουργήματος. Το ζήτημα τίθεται  ιδιαίτερα μετά την αύξηση του προσδόκιμου της ζωής ως προς την άσκηση του λειτουργήματος, πράγμα το οποίο απαιτεί, αν όχι ακμαίες, τουλάχιστον επαρκείς διανοητικές και σωματικές δυνάμεις για την αξιοπρεπή διαποίμανση μιας Μητροπόλεως. 
Κατά τη γνώμη μου το θέμα ανάγεται στην ευθύνη της Ιεραρχίας, η οποία οφείλει να διαμορφώσει το θεσμικό πλαίσιο εκείνο, σύμφωνα με το οποίο οι γέροντες επίσκοποι που αδυνατούν να ασκήσουν με επάρκεια τα καθήκοντά τους να αποσύρονται και να εφησυχάζουν. 
Κακό να διοικούν τις Μητροπόλεις, εν αδυναμία των Μητροπολιτών, οι συγγενείς ή το περιβάλλον τους. 
Κακό και σκληρό η υφισταμένη διάταξη στον Καταστατικό μας Χάρτη για αποστολή ιατρών για να εξετάσουν τον γέροντα ή ασθενή Ιεράρχη προκειμένου να κινηθεί η διαδικασία απομάκρυνσής του από την ενεργό υπηρεσία. 
Κακό η απειλή προς τους ηλικιωμένους Ιεράρχες θεσμοθέτησης ορίου ηλικίας είτε από την Πολιτεία  αν κάποια στιγμή οι σχέσεις Πολιτείας και Εκκλησίας διαταράσσονται  είτε από τον Προκαθήμενο της Εκκλησίας που με αυτό το μέσο επιδιώκει να ελέγξει την Ιεραρχία και να επιβάλει βίαια την ανανέωσή της.

Σεβασμιότατε, μια τελευταία ερώτηση που λόγω καταγωγής μπαίνουμε στον πειρασμό να σας κάνουμε. Αφορά σε μια από τις μελανές σελίδες της ιστορίας μας και συγκεκριμένα στο ανάθεμα της τότε Εκκλησίας (12.12.1916) κατά του Ελευθερίου Βενιζέλου. Ποια είναι η γνώμη Σας σχετικά;

Ανατρέχοντας στην ιστορία -παλαιά ή πρόσφατη- διαπιστώνουμε ότι πολλές φορές και οι άνθρωποι της Εκκλησίας διαπράξαμε σοβαρά λάθη. Ένα τέτοιο υπήρξε ασφαλώς και το ανάθεμα κατά του Ελευθερίου Βενιζέλου. Ο φανατισμός και τα πολιτικά πάθη δεν τύφλωσαν μόνο τους πολιτικούς αντιπάλους του, παρέσυραν, δυστυχώς, και την εκκλησιαστική ιεραρχία – τουλάχιστον όσους συνέπραξαν σ’ αυτό. 
Το συμπέρασμα και από αυτό το θλιβερό γεγονός είναι ότι η Εκκλησία -οι ποιμένες της ιδιαίτερα- οφείλει να λειτουργεί ως το κέντρο ενότητας του λαού. Να παραμένει μακριά και υπεράνω των κομματικών αντιπαραθέσεων. Να υπενθυμίζει με αγάπη προς όλους ότι ο φανατισμός, τα ανεξέλεγκτα πολιτικά πάθη, ο κομματισμός και οι διαιρέσεις ζημιώνουν με μαθηματική ακρίβεια το έθνος και παρεμποδίζουν ο τόπος μας να προκόψει και ο λαός μας να ευημερήσει.

Κλείνοντας, αποκλειστικά για την εφημερίδα μια ερώτηση: Παρακολουθείτε  την πορεία της από της εκδόσεως της, με την ευλογία Σας, το Μάιο του 2003. Ποια είναι η γνώμη σας για τη μέχρι σήμερα εκδοτική της πορεία;

Παρά την πληθώρα των εντύπων, που καταφθάνουν καθημερινά στο γραφείο μου, η έλευση του «Κρητικού Λόγου Παλαιού Φαλήρου» προσελκύει πάντοτε την προσοχή μου. Τον διεξέρχομαι προσεκτικά και διαβάζω αρκετά κείμενα που δημοσιεύει. Ο «Κρητικός Λόγος», χάρις στα χαρακτηριστικά που εξαρχής του προσδώσατε – σοβαρότητα, αντικειμενικότητα, μετριοπάθεια και ειλικρινή αγάπη τόσο για την Κρήτη όσο και για το Παλαιό Φάληρο, αποτελεί ένα ξεχωριστό τοπικό φύλλο για το Παλαιό Φάληρο. Εύχομαι απρόσκοπτη συνέχεια και να τα «χιλιάσει».

Σεβασμιότατε, Σας ευχαριστούμε θερμά για την εξαιρετική τιμή που μας κάνατε.

Ὧρες Γραφείων

Δευτέρα - Παρασκευή: 10:00 - 13:00

Χρήσιμα Τηλέφωνα

Γραφεῖα Μητροπόλεως : 210-93.46.788

ΦΑΞ: 210-93.21.743

Email: imns@otenet.gr

Επικοινωνία

Ἱερά Μητρόπολη Νέας Σμύρνης

Ἁγίου Ἀνδρέου 14, 17122

Νέα Σμύρνη