Ε΄ ΙΕΡΑΤΙΚΗ ΣΥΝΑΞΗ μέ θέμα: Ἐκτενής Δέησις, Κατηχούμενα καί Εὐχές τῶν Πιστῶν (Α’ καί Β’)
Πραγματοποιήθηκε τό ἀπόγευμα τῆς Πέμπτης, 22 Νοεμβρίου ἐ.ἔ., στό Πνευματικό Κέντρο τῆς ἐνορίας τοῦ Ἁγίου Σώστη (λεωφ. Συγγροῦ) ἡ πέμπτη Ἱερατική Σύναξη γιά τούς Κληρικούς τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Νέας Σμύρνης.
Στή Σύναξη ὁμιλητές ἦταν ὁ Αἰδεσιμολ. Πρεσβ. π. Κωνσταντίνος Κούβας, ὑπεύθυνος τοῦ Ἱεροῦ Προσκυνηματικοῦ Ναοῦ Ἁγίου Ἀνδρέου Νέας Σμύρνης, ὁ ὁποῖος ἀνέπτυξε τό θέμα «Ἐκτενής Δέησις», καί ὁ Αἰδεσιμολ. Πρεσβ. π. Δημήτριος Λακαφώσης, Προϊστάμενος τοῦ Ἱεροῦ Ναοῦ Ἁγίας Βαρβάρας Παλαιοῦ Φαλήρου, ὁ ὁποῖος ἀνέπτυξε τό θέμα «Κατηχούμενα - Εὐχές τῶν Πιστῶν (Α’ καί Β’)».
Ἀρχικά ὁ Σεβασμιώτατος κ. Συμεών ἔδωσε τόν λόγο στόν πρῶτο ὁμιλητή, π. Κωνσταντίνο, γιά νά ἀναπτύξει τό ἀνωτέρω θέμα. Τόνισε μεταξύ ἄλλων ὅτι στό Ἱερατικό οἱ πρῶτες δεήσεις πού ἀπευθύνονται στόν Θεό μέ συγκεκριμένο κάθε φορά αἴτημα, ἔχουν τόν τίτλο, «Ἡ ἐκτενής Δέησις». Πολλοί ἑρμηνευτές ἀναλύοντας τό περιεχόμενο αὐτῶν τῶν δεήσεων τῆς Ἐκτενοῦς τήν ὀνομάζουν «Ἐκτενῆ Ἱκεσία». Ἱκεσία σημαίνει δέηση καί παράκληση στόν Θεό, καί λέγεται ἐκτενής, καί μάλιστα μεγάλη, ὄχι τόσο ἐπειδή στήν σημερινή της μορφή ἔχει μεγάλη διάρκεια, ὅσο διότι εἶναι μία θερμή, ἐπίμονη καί ἀγωνιστική δέηση πρός Τόν Θεό γιά ὅλους τούς πιστούς, τούς «ζώντας», καί τούς «κεκοιμημένους», ἀγκαλιάζοντας ἔτσι ὅλο τό σῶμα τῆς Ἐκκλησίας παρόντες καί ἀπόντες.
Ἡ Ἐκτενής Ἱκεσία εἶναι ἀρχαιότατη δέηση καί ἔχει τήν καταγωγή της στήν Ἑβραϊκή Συναγωγή. Σήμερα συμπεριλαμβάνει μόλις ὀκτώ αἰτήσεις. Παλαιότερα ὅμως συμπεριελάμβανε περισσότερες καί διαρκοῦσε πιό πολύ, γι’ αὐτό καί ὀνομάστηκε Ἐκτενής. Τέτοια Ἐκτενής ὑπάρχει στήν θεία Λειτουργία τοῦ Ἁγίου Ἰακώβου τοῦ Ἀδελφοθέου.
Ἀπό τήν πρώτη κιόλας δέηση πρός τόν Τριαδικό Θεό εἰσερχόμαστε στό κλίμα τῆς Ἐκτενοῦς Δεήσεως. Ὁ Διάκονος προσκαλεῖ τούς πιστούς μέ τό «Εἴπωμεν πάντες ἐξ ὅλης τῆς ψυχῆς καί ἐξ ὅλης τῆς διανοίας ἡμῶν εἴπωμεν», δηλαδή, μᾶς προτρέπει νά ποῦμε ὅλοι, μέ ὅλο τό εἶναι μας, μέ ὅλη τήν ψυχή καί μέ ὅλο τόν λογισμό μας. «Κύριε Παντοκράτορ, ὁ Θεός τῶν πατέρων ἡμῶν δεόμεθά σου ἐπάκουσον, καί ἐλέησον». Ἐσύ πού ἔχεις ἀκούσει τόσες προσευχές τῶν πατέρων μας καί τίς ἐκπλήρωσες! Σέ παρακαλοῦμε, ἄκουσε τώρα καί τίς δικές μας καί ἐλέησέ μας. Καί ὁ πιστός λαός, ἀπαντᾶ μέ τό «Κύριε, ἐλέησον» τρεῖς φορές.
Ἡ τριττή ἐπανάληψη τοῦ «Κύριε, ἐλέησον» μετά ἀπό κάθε δέηση ἐκτός τῆς τελευταίας πού λέγεται μία φορά, μαρτυρεῖται στόν Βαρβερινό κώδικα τοῦ ὀγδόου αἰῶνος, πού εἶναι τό ἀρχαιότερο βυζαντινό Εὐχολόγιο.
Ἡ ἑπόμενη δέηση καί πάλι ζητᾶ τό μέγα ἔλεος, δηλαδή τήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ καί τελειώνει καί αὐτή μέ τό «ἐπάκουσον καί ἐλέησον».
Ἡ αἴτηση «ὑπέρ τῶν εὐσεβῶν καί ὀρθοδόξων χριστιανῶν» εἰσῆλθε στήν λατρεία μας κατά τήν ἐποχή τῆς Τουρκοκρατίας γιά νά ἀντικαταστήσει τήν «ὑπέρ τῶν βασιλέων» αἴτηση. Στά πρό τῆς ἐποχῆς ἐκείνης χειρόγραφα ἡ αἴτηση αὐτή δέν ὑπάρχει, καί πολύ ὀρθῶς, διότι δέν ἀνήκει στήν ἀρχική μορφή τῶν «Συναπτῶν-Εἰρηνικῶν» ἤ «τῆς Ἐκτενοῦς», καί διότι μία αἴτηση τέτοιου περιεχομένου καί στή θέση πού βρίσκεται σήμερα δέν ἔχει νόημα. Ἡ σημερινή θέση της, πρό τῆς δεήσεως τοῦ ἀρχιεπισκόπου, ἐπικράτησε διότι σέ πολλά χειρόγραφα ἡ δέηση «ὑπέρ τῶν εὐσεβεστάτων καί θεοφυλάκτων (ἤ φιλοχρίστων) βασιλέων ἡμῶν, κράτους, νίκης, διαμονῆς, εἰρήνης, ὑγείας, σωτηρίας αὐτῶν …» προηγοῦνταν τῆς δέησης ὑπέρ τοῦ ἀρχιεπισκόπου. Ὅταν ἐπανῆλθε ἡ «ὑπέρ τοῦ βασιλέως» αἴτηση, μέ τήν ἀπελευθέρωση, εἶχε λησμονηθεῖ ἡ αἰτία τῆς εἰσαγωγῆς «ὑπέρ τῶν εὐσεβῶν καί ὀρθοδόξων χριστιανῶν» καί, ὅπως συμβαίνει συνήθως στή λατρεία, ἔμειναν καί οἱ δύο αἰτήσεις. Αὐτό ἐξ ἄλλου συνέβη καί μέ τό «Κύριε, σῶσον τούς βασιλεῖς».
Οἱ ἑπόμενες δεήσεις πού ἀκολουθοῦν ἀφοροῦν τούς πιστούς πού τηροῦν τίς ἐντολές τοῦ Εὐαγγελίου, πού γίνονται μιμητές τῆς φιλανθρωπίας τοῦ Χριστοῦ, ὁ Ὁποῖος συμβολίζεται μέ τό Ἱερό Εὐαγγέλιο. Ἔτσι ἡ τέταρτη καί ἡ πέμπτη δέηση ἀφορᾶ τούς ποιμένες τῆς Ἐκκλησίας: «Ἔτι δεόμεθα ὑπέρ τοῦ ἀρχιεπισκόπου ἡμῶν... ὑπέρ τῶν ἱερέων, ἱερομονάχων, ἱεροδιακόνων καί μοναχῶν καί πάσης τῆς ἐν Χριστῷ ἡμῶν ἀδελφότητος…».
Ἡ ἕκτη δέηση ἀναφέρεται στούς ζῶντες. Ἐδῶ ὁ Διάκονος καλεῖ καί πάλι τούς συναγμένους πιστούς νά προσευχηθοῦν στόν Κύριο καί νά Τόν παρακαλέσουν «ὅπως καταπέμψῃ» τό ἔλεός Του, καί δωρίσει ζωή, εἰρήνη, ὑγεία, σωτηρία, προστασία, συγχώρηση καί ἄφεση τῶν ἁμαρτιῶν.
Ἡ ἕβδομη δέηση εἶναι «ὑπέρ τῶν κεκοιμημένων» ἀδελφῶν μας. Αὐτή εἶναι ἡ πρώτη φόρα ἀπό τήν ἔναρξη τῆς θείας Λειτουργίας πού μνημονεύονται οἱ κεκοιμημένοι. Ὅπως γίνεται στό τέλος τῆς δέησης ὑπέρ τῶν ζώντων, ἔτσι, στό τέλος τῆς δέησης ὑπέρ τῶν κεκοιμημένων, δίνεται ἡ δυνατότητα στόν λειτουργό Ἱερέα νά μνημονεύσει ἐκφώνως ὀνόματα «ὧν βούλεται». Ἐδῶ θά μποροῦσαν νά μνημονευτοῦν καί τά ὀνόματα τοῦ μνημοσύνου, ἄν τύχη νά τελεῖται μνημόσυνο ἐκείνη τήν ἡμέρα.
Ἡ ὄγδοη δέηση ἐκφράζει παραπάνω ἀπό ὅλες τίς ἄλλες δεήσεις τό προσωπικό χαρακτήρα τῆς Ἐκτενοῦς Δεήσεως, ἀφοῦ ἑστιάζεται ἀποκλειστικά καί μόνο στά μέλη τῆς ἐνορίας – αὐτά πού προφέρουν στήν πράξη τίς διάφορες ὑπηρεσίες τους, ἀλλά καί αὐτά πού βρίσκονται αὐτή τή στιγμή μέσα στόν ναό καί περιμένουν τό «μέγα καί πλούσιον ἔλεος» τοῦ Θεοῦ.
Πρός τό τέλος τῆς Ἐκτενοῦς Δεήσεως ὁ λειτουργός Ἱερέας διαβάζει μία εὐχή ἐκ μέρους τοῦ λαοῦ, ὅπου παρακαλεῖ τόν Ἅγιο Θεό νά δεχθεῖ αὐτή τή θερμή παράκληση, καί νά δείξει ἔλεος στούς δούλους Του μέσα στήν πολλή Του ἀγάπη. Ἐπί πλέον Τόν παρακαλεῖ νά καταπέμψει τούς οἰκτιρμούς Του, δηλαδή τά ἀγαθά καί τίς δωρεές Του, τά ὁποῖα πάντοτε πηγάζουν ἀπό τήν πατρική Του ἀγάπη καί εὐσπλαχνία.
Ἡ ἐκφώνηση, στήν ὁποία καταλήγει ἡ εὐχή, εἶναι μία δοξολογία στήν Ἁγία Τριάδα «Ὅτι ἐλεήμων καί φιλάνθρωπος Θεός ὑπάρχεις…», ἡ ὁποία εἶναι σύνοψη καί σύντομη περίληψη ὅλων τῶν αἰτημάτων τῆς Ἐκτενοῦς, ἀλλά καί τῆς εὐχῆς τοῦ Ἱερέως.
Ἔτσι φτάνουμε στό τέλος τῆς Ἐκτενοῦς Δεήσεως – δηλαδή αὐτῆς τῆς θερμῆς, ἐπίμονης καί ἀγωνιστικῆς κραυγῆς ἐκζητώντας τό ἔλεος Τοῦ Θεοῦ.
Ἀξίζει νά σημειώσουμε ὅτι ἡ Ἐκτενής Δέηση, τά Κατηχούμενα καί οἱ Εὐχές ἀπό τίς ἀρχές τοῦ εἰκοστοῦ αἰώνα, κυρίως στίς Ἑλληνόφωνες Ἐκκλησίες, ἄρχισαν ἤ νά λέγονται μυστικῶς ἤ καί νά παραλείπονται. Κανείς δέν μπορεῖ νά ἐντοπίσει ἐπακριβῶς τόν χρόνο, τήν αἰτία καί, πολύ περισσότερο, τόν εἰσηγητή αὐτῆς τῆς ἀλλαγῆς. Ἡ «ἀλλαγή» ἔγινε καί ἀθόρυβα ἐπικράτησε, ἤ σχεδόν ἐπικράτησε, χωρίς ὅμως ἀκόμα νά σταθεροποιηθεῖ σέ μία ὁμοιόμορφη πράξη, ἔτσι εἶναι δυνατόν νά ἀκούει κανείς ὅλες τίς παραλλαγές.
Ἡ «ἀλλαγή» ἄρχισε νά εἰσάγεται καί νά διαδίδεται σέ ἐποχές πού ἐπικρατοῦσαν ἀκρίτως νεωτερικές ἰδέες περί ἐκσυγχρονισμοῦ καί συντομεύσεως τῆς θείας Λειτουργίας καί γενικότερα τῶν ἱερῶν ἀκολουθιῶν. Ἀπό τήν ἄλλη ἡ παράλειψη αὐτῆς τῆς ἑνότητας ἔδωσε χρόνο σέ ἐξεζητημένα καί ἀντιπαραδοσιακά ψαλμωδήματα κατά τήν ἀπαγγελία τῶν διακονικῶν καί τῶν ἐκφωνήσεων, καθώς καί τῶν ἀπαντήσεων τοῦ λαοῦ.
Μία αἰτία πού θυσιάζεται ἡ Ἐκτενής, τά κατηχούμενα καί οἱ εὐχές τῶν πιστῶν σύμφωνα μέ τόν π. Κωνσταντῖνο Παπαγιάννη ὅπως σημειώνει στό Ἱερατικό εἶναι ἡ «κακῶς ἐννοούμενη συντομία». Συντομία δέν σημαίνει, μυστική ἀνάγνωση, οὔτε παράλειψη τμήματος τῆς θείας Λειτουργίας γιά ἐξοικονόμηση χρόνου, ἀλλά ὁ λειτουργός καί οἱ ψάλτες νά βροῦν ἕναν ρυθμό τέτοιο πού θά δημιουργοῦν κλίμα ἀνάλογο γιά ἀπερίσπαστη προσευχή.
* * *
Ἐν συνεχείᾳ ἔλαβε τόν λόγο ὁ δεύτερος ὁμιλητής, π. Δημήτριος, ὁ ὁποῖος ἀνέπτυξε τό θέμα «Κατηχούμενα - Εὐχές Πιστῶν (Α’ καί Β’)». Τόνισε ὅτι οἱ δεήσεις ὑπέρ τῶν κατηχουμένων συνήθως νά παραλείπονται στήν ἐνοριακή πράξη ἐνῶ πάντοτε λέγονταν στά μοναστήρια καί τίς Σλαβικές ἐκκλησίες. Τό ἐπιχείρημα εἶναι ὅτι δέν ὑπάρχουν πιά κατηχούμενοι κλίνοντας τίς κεφαλές τους στό ἄκουσμα τῶν δεήσεων. Οἱ δεήσεις δέν εἶναι μόνο τῶν κατηχουμένων ἀλλά καί τῶν πιστῶν.
«Ὅπως οἱ πιστοί ὑπέρ τῶν κατηχουμένων δεηθῶμεν...». Ἡ Ἐκκλησία πάντοτε ἔχει κατηχουμένους παρόντες ἤ ἀπόντες κατά τή σύναξή της. Ὁ εὐαγγελισμός τοῦ κόσμου δέν τελειώνει ποτέ. Κατηχούμενοι ὀνομάζονται αὐτοί πού προπαρασκευάζονται νά γίνουν μέλη τῆς ἐκκλησίας διά τοῦ Ἁγίου Βαπτίσματος. Ἔπρεπε νά παρακολουθοῦνται κατηχητικά μαθήματα γιά δύο ἤ τρία χρόνια καί μετά ἀπό ἐξετάσεις δημοσίως πάνω στά ἄρθρα τῆς πίστεως καί στά καθήκοντα τῶν Χριστιανῶν θά μποροῦσαν νά βαπτισθοῦν. Πόση θέρμη καί συγκίνηση εἶχαν οἱ κατηχούμενοι ὅταν ἄκουγαν τόν διάκονο νά λέει «Ἵνα ὁ Κύριος ἑνώσει αὐτούς τῇ Ἁγίᾳ αὐτοῦ καθολικῇ καί ἀποστολικῇ ἐκκλησίᾳ». Ὅλοι νά προσεύχονται καί νά δέονται μέ σκυμμένο τό κεφάλι καί ὁ ἱερέας νά λέει μυστικά τήν εὐχή.
«Ὅπως ὁ Κύριος ἐπιβλέψει ἐπί τούς κατηχουμένους τούς ὑποκεκκλικότας… καταξιώσει αὐτούς… τοῦ λουτροῦ τῆς παλιγγενεσίας». Ἐδῶ φαίνεται ὁ θερμός πόθος τῆς ἐκκλησίας ὅπου δέν θέλει μόνο νά πυκνώσει τόν ἀριθμό τῶν πιστῶν ἀλλά νά ἔχει μέλη ἀγωνιστές, πού νά εἶναι ἕτοιμοι νά πεθάνουν γιά τή δόξα τοῦ Χριστοῦ. Σήμερα ὅλες αὐτές οἱ ἐπιφυλάξεις ἔχουν καταργηθεῖ, δίνεται τό βάπτισμα στά νήπια πού μεγαλώνουν πολλές φορές ἀπό ἄχρηστα καί ἐπικίνδυνα μέλη τῆς ἐκκλησίας κάνοντας κακό σέ αὐτά καί σέ ὅλη τήν κοινωνία. Παραδείγματα εὐσεβῶν γονέων ἔχει ἡ ἐκκλησία νά προβάλει τούς γονεῖς τῶν Τριῶν Ἱεραρχῶν καί ἄλλων.
Κατόπιν, ἡ λειτουργία τῶν Πιστῶν ἀρχίζει μέ τό παράγγελμα «ὅσοι πιστοί», στήν ἀρχαία ἐκκλησία μετά τό παράγγελμα «ὅσοι κατηχούμενοι προσέλθετε μή τις τῶν κατηχουμένων» ὅλοι οἱ κατηχούμενοι ἔπρεπε νά φύγουν ἤ ὅσοι εἶχαν διαπράξει θανάσιμα ἁμαρτήματα ἤ ἦταν κάτω ἀπό κανόνα ὅλοι αὐτοί ἀποκλείονταν. Σήμερα δυστυχῶς Ὀρθόδοξοι Χριστιανοί γεμάτοι ἁμαρτίες χωρίς ἐξομολόγηση χωρίς συναίσθηση καί ντροπή, ψυχροί, ἀδιάφοροι, ἀσυγκίνητοι, προκλητικοί μπαίνουμε μέσα στό ναό κοιτάζοντας δεξιά ἤ ἀριστερά σχολιάζοντας τόν ἕνα ἤ τόν ἄλλο. Ὁ Ἱερέας καλεῖ τούς πιστούς νά μείνουν στό καθολικό καί αὐτοί μέ θερμότερη δέηση νά τόν συμβοηθήσουν στό φρικτό καί μέγα μυστήριο, τούς καλεῖ ὡς βασίλειον ἱεράτευμα.
Οἱ δύο εὐχές τῶν πιστῶν στή Θεία Λειτουργία ἀποτελοῦν κρίκο συνδέσεως συνάξεως καί εὐχαριστίας. Ὁ ἱερέας μπροστά στήν Ἁγία Τράπεζα πρέπει νά αἰσθάνεται δέος νά ζητᾶ τούς οἰκτιρμούς καί τήν εὐσπλαχνία τοῦ Θεοῦ νά ἀναλογίζεται τό μέγεθος τῆς τιμῆς, πώς ἄνθρωποι ὁμοιοπαθεῖς ἁμαρτωλοί ἐμφανίζονται μπροστά στόν Θεό ὡς διάκονοι καί μεσίτες γιά τά ἁμαρτήματα τά δικά τους καί τά ἀγνοήματα τῶν λαϊκῶν, ὅπου πολλές φορές βασανίζονται χωρίς συμπαράσταση ἀδιαφώτιστοι καί ἀκαθοδήγητοι σέ πολλά. Ὁ ἱερέας παρακαλεῖ μέ ὁλοκάρδιο εὐχαριστία «πρόσδεξαι τήν δέησην», «ποίησον ἡμᾶς ἀξίους», «εἰσάκουσον ἡμᾶς» ἀνάδειξέ μας ἀξίους νά σοῦ προσφέρουμε δεήσεις καί θερμές παρακλήσεις καί θυσίες ἀναίμακτες γιά ὅλο τόν λαό σου μέ τή δύναμη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος παντοῦ καί πάντα χωρίς ἐμπόδια ἐσωτερικά ἤ ἐξωτερικά μέ καθαρή συνείδηση. Ἡ εὐχή κλείνει μέ δοξολογία στόν Τριαδικό Θεό.
Μετά τή Μικρή συναπτή ὁ ἱερέας λέει τή δεύτερη εὐχή. Πάλι ὅπως καί τόσες φορές πέφτουμε ἐμπρός σου καί σέ παρακαλοῦμε καθάρισε τό σῶμα καί τήν ψυχή ἀπό κάθε μολυσμό στό σῶμα ἤ στό πνεῦμα, χωρίς κατάκριση ἤ ἐνοχή σέ αὐτούς πού προσεύχονται μαζί μας δῶσε προκοπή καί πίστη γιά τῆς αὐξανόμενης ἀγάπης, προκοπή βίου διά τῆς ἐκτελέσεως τῶν ἐντολῶν σου γιά νά πληρωθοῦν μέ τήν ἐπίγνωση τοῦ Ἁγίου Θελήματός σου, ὥστε νά προσεύχονται μετά φόβου καί ἀγάπης κατά τή Θεία Λατρεία καί ἡ μετάληψη σέ αὐτούς νά μήν γίνεται εἰς κρίμα ἤ κατάκριμα ἀλλά εἰς ἀρραβώνα τῆς μελλούσης ζωῆς καί βασιλείας ὅπου κανείς ἀκάθαρτος δέν μπορεῖ νά εἰσέλθει. Ναί κύριε πλήρωσον τά αἰτήματα ἡμῶν προσδεχόμενος τίς δεήσεις ὑμῶν.
«Ὅπως ὑπό τοῦ κράτους σου πάντοτε φυλλατόμενοι», ἡ ἐκφώνησης αὐτή εἶναι δοξολογία ὅπου κατακλείει καί τή δεύτερη εὐχή ἡ ὁποία εἶναι προειδοποίηση μεγάλων καί φρικτῶν γεγονότων πού πρέπει νά γεμίζει κάθε Χριστιανική καρδιά μέ χαρά καί φόβο γιατί μετά ἀπό λίγο θά ἀρχίσει ἡ τέλεση καί μυστηριακή ἐπανάληψη τοῦ φρικτοῦ μυστηρίου τῆς Θείας Εὐχαριστίας, ὅσο καί τῆς σταυρικῆς θυσίας τοῦ Κυρίου στόν Γολγοθᾶ.
* * *
Στό τέλος τῆς Ἱερατικῆς Σύναξης ὁ Σεβασμιώτατος Ποιμενάρχης μας κ. Συμεών εὐχαρίστησε τούς ὁμιλητές, π. Κωνσταντίνο Κούβα καί π. Δημήτριο Λακαφώση, γιά τήν πληρότητα καί τή σαφήνεια τῆς ὁμιλίας τους, καί ἀκολούθησε συζήτηση. Τέθηκαν ἐρωτήματα καί δόθηκαν ἀπαντήσεις ἀπό τούς Εἰσηγητές καί τόν Σεβασμιώτατο κ. Συμεών.