ΛΑΜΠΡΗ ΥΠΟΔΟΧΗ ΤΗΣ ΤΙΜΙΑΣ ΚΑΡΑΣ ΤΗΣ ΑΓΙΑΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ στό Παλαιό Φάληρο
ΛΑΜΠΡΗ ΥΠΟΔΟΧΗ
ΤΗΣ ΤΙΜΙΑΣ ΚΑΡΑΣ ΤΗΣ ΑΓΙΑΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ
στό Παλαιό Φάληρο
Τήν τιμία κάρα τῆς παρθενομάρτυρος τοῦ Χριστοῦ, τῆς Ἁγίας Κυριακῆς, ὑποδέχτηκε σήμερα ὁ Σεβασμιώτατος Ποιμενάρχης μας, Μητροπολίτης Νέας Σμύρνης κ. Συμεών μαζί μέ τόν ἱερό κλῆρο καί τόν πιστό λαό τῆς τοπικῆς μας Ἐκκλησίας. Ἡ τιμία κάρα τῆς μεγαλομάρτυρος Κυριακῆς φυλάσσεται στήν Ἱερά Μονή Ταξιαρχῶν Αἰγίου ἀπό τό 1450, ὅπου τή μετέφεραν οἱ Παλαιολόγοι ἀπό τήν Κωνσταντινούπολη.
Ἡ ὑποδοχή της ἔγινε μέ κάθε ἐκκλησιαστική λαμπρότητα τή Δευτέρα τό ἀπόγευμα 4 Ἰουλίου, ἀπό τόν Σεβ. Μητροπολίτη μας στή διασταύρωση τῶν ὁδῶν Κων. Παλαιολόγου καί Ἀσκληπιοῦ στό Παλαιό Φάληρο. Ἐκεῖ, ὁ Πανοσιολογιώτατος Ἀρχιμανδρίτης π. Καλλίνικος, Καθηγούμενος τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Ταξιαρχῶν Αἰγίου, παρέδωσε τήν τιμία κάρα στόν Σεβασμιώτατο κ. Συμεών καί ἐν συνεχείᾳ μέ πομπή κλήρου καί λαοῦ κατευθύνθηκαν στόν Ἱερό Ναό τῆς Ἁγίας Κυριακῆς (Λεωφ. Ἀμφιθέας 60, Παλαιό Φάληρο), ὅπου θά παραμείνει γιά προσκύνηση μέχρι τό Σάββατο 9 Ἰουλίου.
Στόν ἱερό Ναό τῆς Ἁγίας Κυριακῆς τελέσθηκε ἀκολούθως ἱερά Παράκληση τῆς Ἁγίας καί ὁμίλησε γιά τή σπουδαιότητα τῶν Ἁγίων τοῦ Θεοῦ καί τῶν ἱερῶν λειψάνων τῶν Ἁγίων ὁ Πανοσιολογιώτατος Ἀρχιμανδρίτης π. Βασίλειος Γιαννάκας, Προϊστάμενος τοῦ Ναοῦ. Τό βράδυ τῆς ἴδιας ἡμέρας θά τελεστεῖ Ἱερά Ἀγρυπνία ἱερουργοῦντος τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου μας κ. Συμεών. Οἱ ἑορταστικές ἐκδηλώσεις θά κορυφωθοῦν τήν προσεχή Πέμπτη 7 Ἰουλίου, ἡμέρα ἑορτῆς τῆς Ἁγίας Κυριακῆς, μέ τόν Ὄρθρο καί τήν Ἀρχιερατική θεία Λειτουργία τό πρωί καί τήν Πάνδημη Λιτανεία τό ἀπόγευμα.
Ἀναλυτικά τό ἑορταστικό πρόγραμμα τοῦ Ἱεροῦ Ναοῦ τῆς Ἁγίας Κυριακῆς (Λεωφ. Ἀμφιθέας 60, Παλαιό Φάληρο) ἔχει ὡς ἑξῆς: (πατῆστε ἐδῶ)
τοῦ μακαριστοῦ Μητρ. Σερβίων καί Κοζάνης
Διονυσίου Δ. Ψαριανοῦ
Στό διωγμό πού κήρυξε ὁ Διοκλητιανός ἐναντίον τῶν χριστιανῶν, ἡ Κυριακή θά ἦταν μιά παιδούλα οὔτε ὥς εἴκοσι ἀκόμα ἐτῶν. Τότε καί οἱ γονεῖς καί ἡ θυγατέρα κατηγορήθηκαν καί πιάστηκαν ὡς χριστιανοί. Καί τό πιό σκληρό ἦταν ὅτι χωρίστηκε τό κορίτσι ἀπό τούς γονεῖς του· τό Δωρόθεο καί τήν Εὐσεβία τούς πῆγαν πρός τήν Ἀρμενία καί τήν Κυριακή τήν ὁδήγησαν στή Νικομήδεια. Ἐκεῖ ὁ ἡγεμόνας, ἀνακρίνοντας τήν παιδούλα καί βλέποντας τή σταθερή της πίστη, ἔδωκε διαταγή νά τή μαστιγώσουν σκληρά. Ἡ Κυριακή σέ κάθε ἐρώτηση ἀπαντοῦσε· «Εἶμαι χριστιανή». Καί σέ κάθε ἀπειλή τοῦ ἡγεμόνα ἔλεγε· «Μήν πλανιέσαι καί μή σέ ξεγελάει ὁ λογισμός σου· μέ βοηθάει ὁ Θεός καί δέν θά μέ νικήσεις».
Ὕστερα ἀπό ἐξαντλητική ἀνάκριση, ὁδήγησαν τήν ἁγία Κυριακή στό ναό, γιά νά θυσιάσει στά εἴδωλα. Ἐκείνη, μπαίνοντας στό ναό, παρακαλοῦσε μέσα της τόν Χριστό νά τή βοηθήσει. Ἕνας δυνατός τότε σεισμός κατατρόμαξε τούς δημίους καί τά ἀγάλματα τοῦ ναοῦ ἔπεσαν κι ἔγιναν κομμάτια. Ἄναψαν ὕστερα φωτιά γιά νά τήν κάψουν ζωντανή, μά ὅπως τή βάτο τοῦ Μωυσῆ, τήν κύκλωσαν οἱ φλόγες, μά δέν τήν ἔκαψαν. Τήν ἔριξαν ὕστερα στά θηρία, μά κι ἐκεῖνα δέν τήν πείραξαν, παρόμοια ὅπως τό Δανιήλ, ὅταν τόν ἔριξαν στό λάκκο τῶν λεόντων. Θά περίμενε κανένας ὁ ἡγεμόνας νά ἀνοίξει τά μάτια του καί νά δεῖ τό θαῦμα τοῦ Θεοῦ, μά ἔξαλλος καί τυφλωμένος ἀπό ὀργή ἔδωκε διαταγή νά ἀποκεφαλίσουν τό ἀθῶο κι ἁγνό κορίτσι.
Ἡ ἁγία Κυριακή, πρίν ὁ δήμιος ἐκτελέσει τή διαταγή, ζήτησε νά τήν ἀφήσουνε νά προσευχηθεῖ. Γονάτισε τότε κι ἄρχισε νά προσεύχεται. Κανένας δέν ἄκουσε τά λόγια της, γιατί σέ τέτοιες στιγμές ἡ καρδιά τοῦ ἀνθρώπου, προσεύχεται «στεναγμοῖς ἀλλαλήτοις». Δέν κινοῦνται τά χείλη, δέν ἀκούεται φωνή. Κι ὅμως ὁ Θεός ἀκούει, κι εἶναι σάν καί νά ρωτᾶ τόν προσευχόμενο, σάν καί τότε τό Μωυσῆ στήν Ἐρυθρά θάλασσα· «Τί βοᾷς πρός με;». Ἡ ἁγία Κυριακή προσευχήθηκε γιά ὥρα πολλή κι ὕστερα ἔγειρε στή γῆ. Ὅταν ὁ δήμιος πλησίασε γιά νά ἐκτελέσει τή διαταγή, εἶδε πώς ἡ ἁγία Κυριακή ἦταν νεκρή. Ἡ ψυχή τῆς παιδούλας πέταξε σάν μικρό πουλί, καί φωτεινός ἄγγελος τήν πῆρε, γιά νά τή φέρει στό Νυμφίο Χριστό.
Ἄς μείνομε στό ὄνομα τῆς ἁγίας Κυριακῆς, στό γεγονός δηλαδή ὅτι οἱ εὐσεβεῖς γονεῖς της τήν ὀνόμασαν ἔτσι, ἐπειδή γεννήθηκε σέ ἡμέρα Κυριακή. Τό ὄνομα συνδέεται στενά μέ τό πρόσωπο καί τή συνείδηση τοῦ ἀνθρώπου. Ἐνῶ τό ὄνομα εἶναι ἔξω ἀπό τόν ἄνθρωπο καί προστίθεται σ’ αὐτόν ὕστερα, ὅμως συνδέεται τόσο μαζί του, πού γίνεται ἕνα μ’ αὐτόν. Ἔτσι καταλαβαίνουμε τήν καλή συνήθεια τῶν εὐσεβῶν χριστιανῶν νά δίνουν στά παιδιά τους ὀνόματα Ἁγίων τῆς πίστης. Μέ αὐτό τόν τρόπο καί μέ τήν εὐκαιρία πού ἡ Ἐκκλησία κάθε χρόνο ἑορτάζει τά ἱερά της πρόσωπα, ὁ κάθε χριστιανός στό ὄνομά του ἔχει μιά συνεχῆ ὑπόμνηση τῆς εὐσέβειας. Ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος λέγει πώς μέ τό ὄνομα εἰσάγει «εἰς τήν οἰκίαν ἕκαστος τήν ἑαυτοῦ τόν ἅγιον». Ἀμήν. (Ἀπό τό ἔργο του Εἰκόνες ἔμψυχοι, ἐκδόσεων Ἀποστολικῆς Διακονίας, Ἀθήνα 2000, σσ. 93-95)
Ἦχος δ΄. Ταχύ προκατάλαβε
Ὡς βρύσις πολύκρουνος, παρθενομάρτυς Χριστοῦ, κατήρδευσας πάνσοφε τήν Ἐκκλησίαν αὐτοῦ, καί ἤθλησας ἄριστα. Ἔσωσας τούς ἐν σκότει τῆς εἰδωλομανίας, αἴγλη τῶν σῶν θαυμάτων, Κυριακή ἀθληφόρε. Διό ἐν παρρησίᾳ Χριστῷ, πρέσβευε σωθῆναι ἡμᾶς.