06 Φεβ2013
Θ΄ ΙΕΡΑΤΙΚΗ ΣΥΝΑΞΗ
Θ΄ ΙΕΡΑΤΙΚΗ ΣΥΝΑΞΗ
μέ θέμα: «Περί Ἱερωσύνης, λόγος Δ΄»
τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου
μέ θέμα: «Περί Ἱερωσύνης, λόγος Δ΄»
τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου
Ἡ ἔνατη Ἱερατική Σύναξη πραγματοποιήθηκε τήν Πέμπτη 31 Ἰανουαρίου στό Πνευματικό Κέντρο τῆς Ἐνορίας τοῦ Ἁγίου Σώστη (λεωφ. Συγγροῦ) γιά τούς Κληρικούς τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Νέας Σμύρνης. Στή Σύναξη αὐτή ὁμιλητής ἦταν ὁ Πανοσιολογιώτατος Ἀρχιμανδρίτης π. Πολύκαρπος Κεντικελένης, Προϊστάμενος τοῦ Ἱεροῦ Ναοῦ Παναγίας Μυτριδιώτισσας Ἁλίμου. Θέμα τῆς εἰσηγήσεώς του ἦταν ἡ παρουσίαση καί ἡ ἐμβάθυνση στόν Δ΄ λόγο «Περί Ἱερωσύνης» τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου.
Κατά τή σύνηθη πρακτική τῶν ὁμιλητῶν ὁ π. Πολύκαρπος εἶχε ἑτοιμάσει καί διένειμε στούς ἱερεῖς ἐπιλεγμένα πατερικά ἀποσπάσματα τοῦ Δ΄ λόγου τοῦ ἱεροῦ Χρυσοστόμου, στό πρωτότυπο κείμενο καί σέ νεοελληνική μετάφραση, τά ὁποῖα καί σχολίασε βαθυστόχαστα καί ἐκτενῶς.
Ὁ Σεβασμιώτατος ποιμενάρχης μας ἐξέφρασε τίς εὐχαριστίες του πρός τόν ὁμιλητή καί ἐν συνεχείᾳ ἔγιναν τοποθετήσεις ἀπό τόν π. Δημοσθένη Παπακωστόπουλο καί τόν π. Διονύσιο Κατσούλη, πού προκάλεσαν ἐνδιαφέρουσα συζήτηση. Ἡ Ἱερατική Σύναξη ἔκλεισε μέ τά λόγια τοῦ Σεβασμιωτάτου Ποιμενάρχου μας κ. Συμεών.
Κατά τή σύνηθη πρακτική τῶν ὁμιλητῶν ὁ π. Πολύκαρπος εἶχε ἑτοιμάσει καί διένειμε στούς ἱερεῖς ἐπιλεγμένα πατερικά ἀποσπάσματα τοῦ Δ΄ λόγου τοῦ ἱεροῦ Χρυσοστόμου, στό πρωτότυπο κείμενο καί σέ νεοελληνική μετάφραση, τά ὁποῖα καί σχολίασε βαθυστόχαστα καί ἐκτενῶς.
Ὁ Σεβασμιώτατος ποιμενάρχης μας ἐξέφρασε τίς εὐχαριστίες του πρός τόν ὁμιλητή καί ἐν συνεχείᾳ ἔγιναν τοποθετήσεις ἀπό τόν π. Δημοσθένη Παπακωστόπουλο καί τόν π. Διονύσιο Κατσούλη, πού προκάλεσαν ἐνδιαφέρουσα συζήτηση. Ἡ Ἱερατική Σύναξη ἔκλεισε μέ τά λόγια τοῦ Σεβασμιωτάτου Ποιμενάρχου μας κ. Συμεών.
* * *
Ὁ π. Πολύκαρπος Κεντικελένης ἀνέφερε ὅτι ὁ Δ΄ περί Ἱερωσύνης λόγος τοῦ ἱ. Χρυσοστόμου μπορεῖ νά διακριθεῖ σέ τρεῖς ἐπιμέρους θεματικές ἑνότητες, οἱ ὁποῖες πραγματεύονται:
α) Τήν ἐκλογή ἀναξίων γιά τό ἱερατικό ἀξίωμα κατόπιν πιέσεων τρίτων,
β) Τήν ἀπαραίτητη ἱκανότητα τοῦ ἱερέα νά κηρύττει ἐπαρκῶς τόν λόγο τοῦ Θεοῦ, περιχαρακώνοντας τά ὅρια τῆς ὀρθόδοξης πίστεως, καί
γ) Τήν ἀνυπέρβλητη καί διαχρονική ἱκανότητα διδασκαλίας τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ τοῦ ποιμένος-προτύπου ἀνά τούς αἰῶνες, τόν ἀπόστολο Παῦλο.
Εἰδικότερα, στό ζήτημα τῆς ἐκλογῆς στό ἱερατικό ἀξίωμα κατόπιν πιέσεως τρίτων, τήν πρώτη καί μεγαλύτερη σέ ἔκταση θεματική ἑνότητα τοῦ Δ΄ περί Ἱερωσύνης λόγου, ὁ ἅγιος Χρυσόστομος πραγματεύεται περιπτώσεις κατά τίς ὁποῖες καλεῖται κάποιος, παρά τήν θέλησή του καί κατόπιν πιέσεων ἐξωτερικῶν παραγόντων, νά ἀναλάβει τό ἱερατικό ἀξίωμα, προκειμένου νά ἀποδείξει ὅτι αὐτό δέν μπορεῖ νά ἀποτελεῖ ἄλλοθι γιά τήν πλημμελή ἄσκηση καθηκόντων. Προφανῶς, γιά νά ἀφιερώνει ἕνα τόσο μεγάλο μέρος τοῦ Δ΄ Λόγου σ’ αὐτήν τήν περίπτωση, πολλές θά ὑπῆρξαν οἱ περιπτώσεις κληρικῶν πού προέβαλαν ὡς δικαιολογία γιά τήν ποιμαντική τους ἀνεπάρκεια τήν ἀρχική ἀπροθυμία τους νά ἀναλάβουν τό ἱερατικό ἀξίωμα.
Κατά τόν ἱερό Χρυσόστομο, ὁ ἀνθρώπινος παράγων καί τό αὐτεξούσιο παίζουν σημαντικό ρόλο ἀκόμη καί στήν περίπτωση πού ἡ ἐπιλογή κάποιου γίνεται ἀπό τόν ἴδιο τόν Θεό. Πρός ἐπίρρωση τῆς θέσεώς του, ἀναφέρει τό παράδειγμα τοῦ Ἰούδα, τόν ὁποῖο ἐπέλεξε ὁ Θεός καί τόν συγκαταρίθμησε στήν χορεία τῶν ἀποστόλων καί, μάλιστα, τοῦ ἀνέθεσε τή διακονία τοῦ διαχειριστῆ τῶν χρημάτων. Ὁ τρόπος ὅμως πού χειρίστηκε τά ἀξιώματα αὐτά ἐξόργισε τόν Θεό πού τοῦ ἐπέβαλε σκληρότατη ποινή. Ἡ κατάχρηση τῆς τιμῆς καί τοῦ ἀξιώματος πού παραχωρεῖται ἀπό τόν Θεό ἐπιφέρει βαρύτατη τιμωρία, γι’ αὐτό ὅταν μᾶς ἐπιλέγει Ἐκεῖνος θά πρέπει νά κάνουμε τό καλύτερο δυνατό γιά νά γίνουμε ἀρεστοί σ’ Αὐτόν. Ὅποιος ἀρνῆται τίς εὐεργεσίες τοῦ Κυρίου, καθιστώντας ἔτσι μάταιο τό ἔργο του, θά ὑποστεῖ ἀκόμη βαρύτερες τιμωρίες ἀπό ἐκεῖνον πού δέν εὐεργετήθηκε μέ τόν ἴδιο τρόπο. Ὁ ἅγιος Χρυσόστομος καταλήγει στό συμπέρασμα ὅτι εἶναι προτιμότερο εἴτε κάποιος, ὅπως στήν περίπτωσή του, νά ἀρνηθεῖ νά ἀναλάβει τό ἐπισκοπικό ἀξίωμα εἴτε, ὅπως στήν περίπτωση τοῦ συνομιλητῆ τοῦ Βασιλείου, νά ἐλπίζει στήν χάρη τοῦ Θεοῦ προκειμένου νά πράττει τό θεῖο θέλημα ἔτσι πού νά καταστεῖ ἄξιος τῆς δωρεᾶς τοῦ Θεοῦ. Ὅλα τά προαναφερθέντα ἀναφέρονται στίς περιπτώσεις πού ὁ ὑποψήφιος γιά τό ἱερατικό ἀξίωμα δέχθηκε χωρίς τή θέλησή του καί κάτω ἀπό συνθῆκες πίεσης.
Β. Στό δεύτερο μέρος ἑστιάζει ὁ ἱερός Χρυσόστομος στόν λόγο ὡς ἀπαραίτητη ἱκανότητα τοῦ ἱερέα. Ἀκολουθώντας τήν ἐκκλησιολογία τοῦ ἀποστόλου Παύλου, ὁ ὁποῖος διδάσκει ὅτι ἡ Ἐκκλησία εἶναι σῶμα Χριστοῦ καί κεφαλή αὐτῆς ἔχει τόν ἴδιο τόν Θεάνθρωπο, ὁ ἅγιος θεωρεῖ ὅτι ὁ ἐπίσκοπος εἶναι αὐτός ὁ ὁποῖος ἀναλαμβάνει τήν ἐπιμέλεια τοῦ σώματος αὐτοῦ καί καλεῖται νά τό διατηρήσει ἄσπιλο, ἄνευ οἱουδήποτε ψόγου πού μπορεῖ νά καταστρέψει τήν εὐπρέπειά του. Κι ἄν οἱ ἐπιμελητές τῶν φυσικῶν σωμάτων ἔχουν ἀνάγκη ἀπό προπονητές, ἰατρούς, διαιτολόγους κ.ἄ. καί ἀπό πιστή ἐφαρμογή λεπτομερῶν θεραπειῶν, οἱ ἱερεῖς, ὡς ἐπιμελητές τοῦ θεανθρώπινου σώματος τῆς Ἐκκλησίας, χρήζουν βοήθειας τῶν ἀόρατων δυνάμεων, γι’ αὐτό καί θά πρέπει νά ὑπερβαίνουν κατά πολύ τήν ἀνθρώπινη ἀρετή.
Τό πόσο πολύ πιό δύσκολο εἶναι νά ἐπιμελεῖται κανείς τό θεανθρώπινο σῶμα τῆς Ἐκκλησίας ἀπό τό φυσικό σῶμα ὁ ἅγιος τό ὑπογραμμίζει ὡς ἀκολούθως: Ὑπάρχουν πολλές και ποικίλες θεραπεῖες προκειμένου ἕνα σῶμα νά ξεπεράσει τήν ἀσθένειά του. Πλῆθος ἀπό ποικιλίες φαρμάκων, ἰατρικές συσκευές, κατάλληλες τροφές κ.ἄ. Ἀκόμη καί ἡ ποιότητα τοῦ ἀέρα ἤ ἕνας πολύωρος ὕπνος μποροῦν νά ἀποδειχτοῦν ἱκανά ἰατρικά γιά τίς σωματικές ἀσθένειες.
Γιά τό θεανθρώπινο ὅμως σῶμα, πέρα ἀπό τά καλά ἔργα καί τό πρότυπο ἐνάρετου βίου πού ὀφείλει νά ἀποτελεῖ ὁ ἱερέας γιά τό ποίμνιό του, ὑπάρχει μόνο ἡ διά τοῦ λόγου διδασκαλία. Διότι γιά τήν ἄριστη ἠθική κατάσταση τῶν πιστῶν ὁ ὑποδειγματικός βίος τῶν ἱερέων μπορεῖ νά προκαλέσει τό ζῆλο γιά τήν ὀρθή διαγωγή, ὅταν ὅμως ἡ ψυχή τῶν πιστῶν νοσεῖ σέ ζητήματα διδασκαλίας καί δογμάτων, τότε ὁ λόγος ἀποδεικνύεται τό ἀπαραίτητο ὅπλο, ἡ μαχαίρα τοῦ πνεύματος, μέ τό ὁποῖο διασφαλίζεται ἡ ἑνότητα τῆς ποίμνης καί ἡ ἀπόκρουση τῶν ἐξωτερικῶν ἐχθρῶν. Ἀκόμη καί ἡ ἐπιτέλεση θαυμάτων ἐκ μέρους ἑνός ποιμένος πρέπει νά συνοδεύεται ἀπό τόν ὀρθό λόγο.
Μιά ἰδιαιτερότητα εἶναι τό γεγονός ὅτι εἶναι πολλοί οἱ ἐχθροί καί τά μέτωπα πού πρέπει νά ἀντιμετωπίσει ὁ ἱερέας. Ὁ ἅγιος Χρυσόστομος ἀναφέρει τρεῖς διαφορετικές κατηγορίες ἐχθρῶν, τούς ὁποίους ἡ Ἐκκλησία ὑποχρεώθηκε νά ἀντιμετωπίσει μέ σκληρούς ἀγῶνες τούς τέσσερεις πρώτους αἰῶνες: τούς εἰδωλολάτρες, τούς Ἰουδαίους καί τούς Μανιχαίους. Πρόκειται γιά αἱρέσεις πού ὁ ἱερέας πρέπει νά γνωρίζει καλά προκειμένου νά τίς ἀντιμετωπίσει, διότι σέ διαφορετική περίπτωση ὁ λύκος τῆς αἱρέσεως θά κατασπαράξει τό ποίμνιο. Ὅπως παρατηρεῖ εὔστοχα ὁ ἱερός Χρυσόστομος, σέ πολλές περιπτώσεις αὐτοί οἱ πόλεμοι ἐναντίον τῶν αἱρέσεων δέν κερδίθηκαν ἀπό ποιμενάρχες, ἀλλά ἀπό μοναχούς, ἐνῶ σέ ἀρκετές περιπτώσεις ποιμενάρχες λαβώθηκαν μέ τό ἴδιο τό ξίφος τοῦ λόγου τους καί γελοιοποιήθηκαν.
Γ. Στό τρίτο μέρος ἑστιάζει ὁ ἱερός Χρυσόστομος στόν ἀπόστολο Παῦλο ὡς πρότυπο ποιμένος. Στήν παρατήρηση τοῦ συνομιλητῆ τοῦ Βασιλείου ὅτι ἄν ὁ λόγος εἶναι τόσο σημαντικός στήν ἄσκηση τῶν ποιμαντικῶν καθηκόντων γιά ποιόν λόγο ὁ ἀπόστολος Παῦλος δέν προσπάθησε νά ἀποκτήσει τήν ἀρετή τοῦ λόγου, οὔτε ἀπέκρυψε ποτέ τήν ὑστέρησή του στή ρητορική ἱκανότητα, ὅπως ὁμολόγησε εὐθαρσῶς πρός τούς Κορινθίους, οἱ ὁποῖοι εἶχαν σέ μεγάλη ὑπόληψη τή ρητορική τέχνη, ὁ ἱερός Χρυσόστομος βρίσκει ἀπολύτως ἀνακριβή αὐτήν τήν κριτική πρός τόν ποιμένα πού θεωρεῖ πρότυπο, τόν ἀπόστολο Παῦλο.
Κανένας ποιμένας τῆς ἐποχῆς του δέν μποροῦσε νά συγκριθεῖ μέ τόν ἀπόστολο Παῦλο, καθώς ἀκόμη καί νά μήν μιλοῦσε ἡ παρουσία του ἦταν ἀρκετή γιά νά ἀπομακρυνθοῦν ὅλοι οἱ δαίμονες, ἐνῶ προσευχόμενος ἀνάσταινε νεκρούς καί ἔκανε πολλά θαύματα, ἔτσι πού οἱ εἰδωλολάτρες νά τόν θεωρήσουν Θεό. Πέρα ἀπό τά θαύματα πού ἐπετέλεσε, ἡ ἀγγελική του πολιτεία, ἡ ἱεραποστολική του δράση, οἱ κίνδυνοι στούς ὁποίους ὑποβλήθηκε ἀποτελοῦν ἀπόδειξη ὅτι ὑπῆρξε ἀνυπέρβλητος ἀθλητής τοῦ Χριστοῦ.
Τό γεγονός δέ ὅτι ὁ λόγος του εἶναι ἀξεπέραστος ἀποδεικνύεται καί ἀπό τά συγγράμματά του πού ἀποτελοῦν τό ἀδαμάντινο τείχος ἐπάνω στό ὁποῖο στηρίχθηκε τό φρούριο τῆς Ἐκκλησίας. Τά συγγράμματά του μάλιστα δέν ἀποτελοῦν ἁπλά τό ὅπλο γιά τήν ἀνατροπή τῶν νόθων δογμάτων καί τῶν κακοδοξιῶν, ἀλλά ταυτόχρονα συντελοῦν τά μέγιστα καί πρός τήν ἠθική βιωτή μας. Αὐτά τά συγγράμματα διαμορφώνουν καί ὁδηγοῦν ἀνά τούς αἰῶνες τό ποίμνιο πρός τό πνευματικό κάλλος.
Τελειώνοντας, ὁ εἰσηγητής π. Πολύκαρπος τόνισε ὅτι ὁ λόγος τοῦ ἱερέα δέν εἶναι οὔτε καλλωπιστικός, οὔτε «ἀκαδημαϊκῆς φύσεως», ὅπως συνέβαινε στούς ἀρχαίους ρήτορες, ἀλλά ἔχει σωτηριολογικές προεκτάσεις καί συνέπειες ἐπί τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ ποίμνιου. Γι’ αὐτό θεωρεῖται ἀπαραίτητη ἱκανότητα κάθε ἱερέα.
α) Τήν ἐκλογή ἀναξίων γιά τό ἱερατικό ἀξίωμα κατόπιν πιέσεων τρίτων,
β) Τήν ἀπαραίτητη ἱκανότητα τοῦ ἱερέα νά κηρύττει ἐπαρκῶς τόν λόγο τοῦ Θεοῦ, περιχαρακώνοντας τά ὅρια τῆς ὀρθόδοξης πίστεως, καί
γ) Τήν ἀνυπέρβλητη καί διαχρονική ἱκανότητα διδασκαλίας τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ τοῦ ποιμένος-προτύπου ἀνά τούς αἰῶνες, τόν ἀπόστολο Παῦλο.
Εἰδικότερα, στό ζήτημα τῆς ἐκλογῆς στό ἱερατικό ἀξίωμα κατόπιν πιέσεως τρίτων, τήν πρώτη καί μεγαλύτερη σέ ἔκταση θεματική ἑνότητα τοῦ Δ΄ περί Ἱερωσύνης λόγου, ὁ ἅγιος Χρυσόστομος πραγματεύεται περιπτώσεις κατά τίς ὁποῖες καλεῖται κάποιος, παρά τήν θέλησή του καί κατόπιν πιέσεων ἐξωτερικῶν παραγόντων, νά ἀναλάβει τό ἱερατικό ἀξίωμα, προκειμένου νά ἀποδείξει ὅτι αὐτό δέν μπορεῖ νά ἀποτελεῖ ἄλλοθι γιά τήν πλημμελή ἄσκηση καθηκόντων. Προφανῶς, γιά νά ἀφιερώνει ἕνα τόσο μεγάλο μέρος τοῦ Δ΄ Λόγου σ’ αὐτήν τήν περίπτωση, πολλές θά ὑπῆρξαν οἱ περιπτώσεις κληρικῶν πού προέβαλαν ὡς δικαιολογία γιά τήν ποιμαντική τους ἀνεπάρκεια τήν ἀρχική ἀπροθυμία τους νά ἀναλάβουν τό ἱερατικό ἀξίωμα.
Κατά τόν ἱερό Χρυσόστομο, ὁ ἀνθρώπινος παράγων καί τό αὐτεξούσιο παίζουν σημαντικό ρόλο ἀκόμη καί στήν περίπτωση πού ἡ ἐπιλογή κάποιου γίνεται ἀπό τόν ἴδιο τόν Θεό. Πρός ἐπίρρωση τῆς θέσεώς του, ἀναφέρει τό παράδειγμα τοῦ Ἰούδα, τόν ὁποῖο ἐπέλεξε ὁ Θεός καί τόν συγκαταρίθμησε στήν χορεία τῶν ἀποστόλων καί, μάλιστα, τοῦ ἀνέθεσε τή διακονία τοῦ διαχειριστῆ τῶν χρημάτων. Ὁ τρόπος ὅμως πού χειρίστηκε τά ἀξιώματα αὐτά ἐξόργισε τόν Θεό πού τοῦ ἐπέβαλε σκληρότατη ποινή. Ἡ κατάχρηση τῆς τιμῆς καί τοῦ ἀξιώματος πού παραχωρεῖται ἀπό τόν Θεό ἐπιφέρει βαρύτατη τιμωρία, γι’ αὐτό ὅταν μᾶς ἐπιλέγει Ἐκεῖνος θά πρέπει νά κάνουμε τό καλύτερο δυνατό γιά νά γίνουμε ἀρεστοί σ’ Αὐτόν. Ὅποιος ἀρνῆται τίς εὐεργεσίες τοῦ Κυρίου, καθιστώντας ἔτσι μάταιο τό ἔργο του, θά ὑποστεῖ ἀκόμη βαρύτερες τιμωρίες ἀπό ἐκεῖνον πού δέν εὐεργετήθηκε μέ τόν ἴδιο τρόπο. Ὁ ἅγιος Χρυσόστομος καταλήγει στό συμπέρασμα ὅτι εἶναι προτιμότερο εἴτε κάποιος, ὅπως στήν περίπτωσή του, νά ἀρνηθεῖ νά ἀναλάβει τό ἐπισκοπικό ἀξίωμα εἴτε, ὅπως στήν περίπτωση τοῦ συνομιλητῆ τοῦ Βασιλείου, νά ἐλπίζει στήν χάρη τοῦ Θεοῦ προκειμένου νά πράττει τό θεῖο θέλημα ἔτσι πού νά καταστεῖ ἄξιος τῆς δωρεᾶς τοῦ Θεοῦ. Ὅλα τά προαναφερθέντα ἀναφέρονται στίς περιπτώσεις πού ὁ ὑποψήφιος γιά τό ἱερατικό ἀξίωμα δέχθηκε χωρίς τή θέλησή του καί κάτω ἀπό συνθῆκες πίεσης.
Β. Στό δεύτερο μέρος ἑστιάζει ὁ ἱερός Χρυσόστομος στόν λόγο ὡς ἀπαραίτητη ἱκανότητα τοῦ ἱερέα. Ἀκολουθώντας τήν ἐκκλησιολογία τοῦ ἀποστόλου Παύλου, ὁ ὁποῖος διδάσκει ὅτι ἡ Ἐκκλησία εἶναι σῶμα Χριστοῦ καί κεφαλή αὐτῆς ἔχει τόν ἴδιο τόν Θεάνθρωπο, ὁ ἅγιος θεωρεῖ ὅτι ὁ ἐπίσκοπος εἶναι αὐτός ὁ ὁποῖος ἀναλαμβάνει τήν ἐπιμέλεια τοῦ σώματος αὐτοῦ καί καλεῖται νά τό διατηρήσει ἄσπιλο, ἄνευ οἱουδήποτε ψόγου πού μπορεῖ νά καταστρέψει τήν εὐπρέπειά του. Κι ἄν οἱ ἐπιμελητές τῶν φυσικῶν σωμάτων ἔχουν ἀνάγκη ἀπό προπονητές, ἰατρούς, διαιτολόγους κ.ἄ. καί ἀπό πιστή ἐφαρμογή λεπτομερῶν θεραπειῶν, οἱ ἱερεῖς, ὡς ἐπιμελητές τοῦ θεανθρώπινου σώματος τῆς Ἐκκλησίας, χρήζουν βοήθειας τῶν ἀόρατων δυνάμεων, γι’ αὐτό καί θά πρέπει νά ὑπερβαίνουν κατά πολύ τήν ἀνθρώπινη ἀρετή.
Τό πόσο πολύ πιό δύσκολο εἶναι νά ἐπιμελεῖται κανείς τό θεανθρώπινο σῶμα τῆς Ἐκκλησίας ἀπό τό φυσικό σῶμα ὁ ἅγιος τό ὑπογραμμίζει ὡς ἀκολούθως: Ὑπάρχουν πολλές και ποικίλες θεραπεῖες προκειμένου ἕνα σῶμα νά ξεπεράσει τήν ἀσθένειά του. Πλῆθος ἀπό ποικιλίες φαρμάκων, ἰατρικές συσκευές, κατάλληλες τροφές κ.ἄ. Ἀκόμη καί ἡ ποιότητα τοῦ ἀέρα ἤ ἕνας πολύωρος ὕπνος μποροῦν νά ἀποδειχτοῦν ἱκανά ἰατρικά γιά τίς σωματικές ἀσθένειες.
Γιά τό θεανθρώπινο ὅμως σῶμα, πέρα ἀπό τά καλά ἔργα καί τό πρότυπο ἐνάρετου βίου πού ὀφείλει νά ἀποτελεῖ ὁ ἱερέας γιά τό ποίμνιό του, ὑπάρχει μόνο ἡ διά τοῦ λόγου διδασκαλία. Διότι γιά τήν ἄριστη ἠθική κατάσταση τῶν πιστῶν ὁ ὑποδειγματικός βίος τῶν ἱερέων μπορεῖ νά προκαλέσει τό ζῆλο γιά τήν ὀρθή διαγωγή, ὅταν ὅμως ἡ ψυχή τῶν πιστῶν νοσεῖ σέ ζητήματα διδασκαλίας καί δογμάτων, τότε ὁ λόγος ἀποδεικνύεται τό ἀπαραίτητο ὅπλο, ἡ μαχαίρα τοῦ πνεύματος, μέ τό ὁποῖο διασφαλίζεται ἡ ἑνότητα τῆς ποίμνης καί ἡ ἀπόκρουση τῶν ἐξωτερικῶν ἐχθρῶν. Ἀκόμη καί ἡ ἐπιτέλεση θαυμάτων ἐκ μέρους ἑνός ποιμένος πρέπει νά συνοδεύεται ἀπό τόν ὀρθό λόγο.
Μιά ἰδιαιτερότητα εἶναι τό γεγονός ὅτι εἶναι πολλοί οἱ ἐχθροί καί τά μέτωπα πού πρέπει νά ἀντιμετωπίσει ὁ ἱερέας. Ὁ ἅγιος Χρυσόστομος ἀναφέρει τρεῖς διαφορετικές κατηγορίες ἐχθρῶν, τούς ὁποίους ἡ Ἐκκλησία ὑποχρεώθηκε νά ἀντιμετωπίσει μέ σκληρούς ἀγῶνες τούς τέσσερεις πρώτους αἰῶνες: τούς εἰδωλολάτρες, τούς Ἰουδαίους καί τούς Μανιχαίους. Πρόκειται γιά αἱρέσεις πού ὁ ἱερέας πρέπει νά γνωρίζει καλά προκειμένου νά τίς ἀντιμετωπίσει, διότι σέ διαφορετική περίπτωση ὁ λύκος τῆς αἱρέσεως θά κατασπαράξει τό ποίμνιο. Ὅπως παρατηρεῖ εὔστοχα ὁ ἱερός Χρυσόστομος, σέ πολλές περιπτώσεις αὐτοί οἱ πόλεμοι ἐναντίον τῶν αἱρέσεων δέν κερδίθηκαν ἀπό ποιμενάρχες, ἀλλά ἀπό μοναχούς, ἐνῶ σέ ἀρκετές περιπτώσεις ποιμενάρχες λαβώθηκαν μέ τό ἴδιο τό ξίφος τοῦ λόγου τους καί γελοιοποιήθηκαν.
Γ. Στό τρίτο μέρος ἑστιάζει ὁ ἱερός Χρυσόστομος στόν ἀπόστολο Παῦλο ὡς πρότυπο ποιμένος. Στήν παρατήρηση τοῦ συνομιλητῆ τοῦ Βασιλείου ὅτι ἄν ὁ λόγος εἶναι τόσο σημαντικός στήν ἄσκηση τῶν ποιμαντικῶν καθηκόντων γιά ποιόν λόγο ὁ ἀπόστολος Παῦλος δέν προσπάθησε νά ἀποκτήσει τήν ἀρετή τοῦ λόγου, οὔτε ἀπέκρυψε ποτέ τήν ὑστέρησή του στή ρητορική ἱκανότητα, ὅπως ὁμολόγησε εὐθαρσῶς πρός τούς Κορινθίους, οἱ ὁποῖοι εἶχαν σέ μεγάλη ὑπόληψη τή ρητορική τέχνη, ὁ ἱερός Χρυσόστομος βρίσκει ἀπολύτως ἀνακριβή αὐτήν τήν κριτική πρός τόν ποιμένα πού θεωρεῖ πρότυπο, τόν ἀπόστολο Παῦλο.
Κανένας ποιμένας τῆς ἐποχῆς του δέν μποροῦσε νά συγκριθεῖ μέ τόν ἀπόστολο Παῦλο, καθώς ἀκόμη καί νά μήν μιλοῦσε ἡ παρουσία του ἦταν ἀρκετή γιά νά ἀπομακρυνθοῦν ὅλοι οἱ δαίμονες, ἐνῶ προσευχόμενος ἀνάσταινε νεκρούς καί ἔκανε πολλά θαύματα, ἔτσι πού οἱ εἰδωλολάτρες νά τόν θεωρήσουν Θεό. Πέρα ἀπό τά θαύματα πού ἐπετέλεσε, ἡ ἀγγελική του πολιτεία, ἡ ἱεραποστολική του δράση, οἱ κίνδυνοι στούς ὁποίους ὑποβλήθηκε ἀποτελοῦν ἀπόδειξη ὅτι ὑπῆρξε ἀνυπέρβλητος ἀθλητής τοῦ Χριστοῦ.
Τό γεγονός δέ ὅτι ὁ λόγος του εἶναι ἀξεπέραστος ἀποδεικνύεται καί ἀπό τά συγγράμματά του πού ἀποτελοῦν τό ἀδαμάντινο τείχος ἐπάνω στό ὁποῖο στηρίχθηκε τό φρούριο τῆς Ἐκκλησίας. Τά συγγράμματά του μάλιστα δέν ἀποτελοῦν ἁπλά τό ὅπλο γιά τήν ἀνατροπή τῶν νόθων δογμάτων καί τῶν κακοδοξιῶν, ἀλλά ταυτόχρονα συντελοῦν τά μέγιστα καί πρός τήν ἠθική βιωτή μας. Αὐτά τά συγγράμματα διαμορφώνουν καί ὁδηγοῦν ἀνά τούς αἰῶνες τό ποίμνιο πρός τό πνευματικό κάλλος.
Τελειώνοντας, ὁ εἰσηγητής π. Πολύκαρπος τόνισε ὅτι ὁ λόγος τοῦ ἱερέα δέν εἶναι οὔτε καλλωπιστικός, οὔτε «ἀκαδημαϊκῆς φύσεως», ὅπως συνέβαινε στούς ἀρχαίους ρήτορες, ἀλλά ἔχει σωτηριολογικές προεκτάσεις καί συνέπειες ἐπί τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ ποίμνιου. Γι’ αὐτό θεωρεῖται ἀπαραίτητη ἱκανότητα κάθε ἱερέα.