Α΄ ΙΕΡΑΤΙΚΗ ΣΥΝΑΞΗ μέ θέμα «Ἀπό τήν ἀγροτική στήν ἀστική Ἐνορία: Ἰδιαιτερότητες καί προοπτικές»
μέ θέμα «Ἀπό τήν ἀγροτική στήν ἀστική Ἐνορία:
Ἰδιαιτερότητες καί προοπτικές»
Πραγματοποιήθηκε τό ἀπόγευμα τῆς Πέμπτης, 5 Νοεμβρίου ἐ.ἔ., στό Πνευματικό Κέντρο τῆς ἐνορίας τοῦ Ἁγίου Σώστη (λεωφ. Συγγροῦ) ἡ πρώτη Ἱερατική Σύναξη γιά τούς Κληρικούς τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Νέας Σμύρνης. Στή Σύναξη ὁμιλητής ἦταν ὁ Ἐλλογιμότατος κ. Ἀπόστολος Νικολαΐδης, Τακτικός (Πρωτοβάθμιος) Καθηγητής στή Θεολογική Σχολή (Τμῆμα Κοινωνικῆς Θεολογίας) τοῦ Ἐθνικοῦ καί Καποδιστριακοῦ Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν, μέ γνωστικό ἀντικείμενο τήν Κοινωνιολογία τῆς Θρησκείας καί Κοινωνική Ἠθική, ὁ ὁποῖος πραγματοποίησε τήν Εἰσαγωγική ὁμιλία: «Ἀπό τήν ἀγροτική στήν ἀστική Ἐνορία: Ἰδιαιτερότητες καί προοπτικές».
Τήν ἀρχική αὐτή Σύναξη ἄνοιξε μέ τήν προσφώνησή του ὁ Σεβ. Ποιμενάρχης μας, Μητροπολίτης Νέας Σμύρμης κ. Συμεών, λέγοντας ὅτι μέ τήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ εἰσήλθαμε καί φέτος στό νέο ἐκκλησιαστικό ἔτος, ἀλλά καί στήν περίοδο ἐντατικότερης ποιμαντικῆς ἐργασίας καί πνευματικοῦ καταρτισμοῦ τόσο τοῦ ποιμνίου μας, ὅσο καί ἡμῶν τῶν ἰδίων. Ἀνέφερε ὅτι οἱ φετινές Ἱερατικές Συνάξεις μας ἔχουν ὡς γενικό θέμα τήν Ποιμαντική σήμερα καί αὔριο, καθώς οἱ Ἐνορίες στήν ἀστική μας Μητρόπολη ἔχουν μιά ἰδιαιτερότητα σέ σχέση μέ τίς ἐπαρχιακές ἐνορίες, μαζί μέ τίς συντελούμενες μεγάλες ἀλλαγές καί τήν ὀξύτητα ὁρισμένων προβλημάτων. Τέλος, εὐχήθηκε ὅπως μέ τή βοήθεια τοῦ Θεοῦ ἔχουμε μιά καλή ἀρχή καί ἀποβοῦν καρποφόρες οἱ συναντήσεις αὐτές.
Ἐν συνεχείᾳ ὁ Σεβασμιώτατος ἔδωσε τόν λόγο στόν Ἐλλογ. Καθηγητή κ. Ἀπόστολο Νικολαΐδη, γιά νά πραγματοποιήσει τήν Εἰσαγωγική καί κύρια Ὁμιλία τοῦ Σεμιναρίου.
Ὁ ὁμιλητής τόνισε ὅτι ἡ ὁμιλία του θά κινηθεῖ σέ τρεῖς ἄξονες: (α) Τί εἶναι ἐνορία, (β) Τό πέρασμα ἀπό τήν ἀγροτική στήν ἀστική Ἐνορία, καί (γ) Ἀπειλές καί προοπτικές. Ὅταν γίνεται λόγος γιά τήν ἐνορία, γίνεται λόγος γιά τήν Ἐκκλησία, καθώς ἡ ἐνορία εἶναι τό ἀρχικό κύτταρο καί φανέρωση τῆς ὅλης Ἐκκλησίας.
Ἡ πρώτη ἐνορία εἶναι αὐτή πού ἀναφέρουν οἱ Πράξεις τῶν Ἀποστόλων: «Ἦσαν προσκαρτεροῦντες τῇ διδαχῇ τῶν ἀποστόλων καὶ τῇ κοινωνίᾳ καὶ τῇ κλάσει τοῦ ἄρτου καὶ ταῖς προσευχαῖς... καθ’ ἡμέραν τε προσκαρτεροῦντες ὁμοθυμαδὸν ἐν τῷ ἱερῷ, κλῶντές τε κατ’ οἶκον ἄρτον, μετελάμβανον τροφῆς ἐν ἀγαλλιάσει καὶ ἀφελότητι καρδίας» (2,42-46). Ἡ ἔννοια τῆς ἐνορίας ὑποδηλώνει συγκεκριμένο τόπο καί ὀργανωμένη δομή. Οἱ ἀρχικές-πρῶτες ἐνορίες εἶχαν λιτή ζωή, ἀργότερα αὐτή ἀλλάζει, ὅταν ἔχουμε τήν ἐπικράτηση τοῦ χριστιανισμοῦ.
Ἡ ἐνορία ἀποτελεῖ ἕνα κοινωνιολογικό μόρφωμα, ἀλλά δέν μοιάζει μέ κανένα ἄλλο σωματεῖο. Ἔχει θεανθρώπινο χαρακτήρα. Σκοπός τῆς ἐνορίας εἶναι ἡ πρόσληψη καί ἀνακαίνιση τῆς σύνολης ζωῆς τῶν πιστῶν. Κανείς δέν σώζεται ἐκτός τοῦ σώματος, σέ μιά ἀπευθείας σχέση μέ τόν Θεό.
Πρώτο μέρος: Τί εἶναι ἐνορία.
(α) Ἡ ἐνορία συνιστᾶ σῶμα Χριστοῦ, ὅπου ἐκκεντρίζονται ὅσοι ἐπιθυμοῦν κοινωνία μέ τόν Θεό. Ἐκεῖ μυοῦνται τίς ἀλήθειες τῆς πίστεως.
(β) Ἡ ἐνορία ἀποτελεῖ κοινωνικοποιητικό παράγοντα, πού συντελεῖ στήν ἐκκλησιοποίηση τῶν μελῶν της. Ἔρχεται μετά τήν οἰκογένεια, ὁ πιστός γνωρίζει τίς ὑποχρεώσεις του, ἔχει τά στοιχεῖα τῆς ἐν Χριστῶ ἐλευθερίας, ἀποτρέπει τή μοναξιά κ.ἄ.
(γ) Ὅσοι ἔχουν τήν εὐθύνη τῆς ἐνορίας, ὑπάρχουν γιά τή διακονία τοῦ λαοῦ. Ἀσκοῦν, πέραν τοῦ λατρευτικοῦ, ψυχολογικό καί πνευματικό ἔργο, προσφέροντας διάθεση ἀντίστασης στά μέλη της.
(δ) Ἡ ἐνορία συνιστᾶ καθρέπτη και ἔκθεση τῆς Ἐκκλησίας στήν κοσμική πραγματικότητα. Εἶναι ὁ χῶρος καί ὁ χρόνος τῆς λυτρωτικῆς παρέμβασης τοῦ Χριστοῦ στήν κοινωνία μας. Ἐδῶ, ἀλλοιώνονται τά πάντα, μέ τή μεταλλαγή τῆς κοσμικῆς ζωῆς.
Δεύτερο μέρος: Τό πέρασμα ἀπό τήν ἀγροτική στήν ἀστική ἐνορία.
Ἀγροτική ὀνομάζεται ἡ ἐνορία μιᾶς ἀγροτικῆς περιοχῆς, τῆς ὑπαίθρου, πού ἐπικρατεῖ ἡ ἀγροτοοικονομία μέ τά ἀντίστοιχα κοινωνιολογικά χαρακτηριστικά, δηλ. ἡ ἐνορία μικρῶν χωριῶν. Πέραν τῆς ἀγροτικῆς, ὑπάρχει ἡ ἡμιαστική, καί ἡ ἀστική. Ἡμιαστική ἐνορία εἶναι ἐκείνη τῶν συνοικισμῶν, τῶν μικρῶν πόλεων. Ἐδῶ, ὁ τρόπος ζωῆς εἶναι ὁ ἀστικός καί τό μορφωτικό ἐπίπεδο ἀναμορφωμένο σχετικά. Ἀστική εἶναι ἡ ἐνορία τῶν μεγαλουπόλεων. Τά χαρακτηριστικά τοῦ περάσματος ἀπό τήν ἀγροτική στήν ἀστική ἐνορία εἶναι τά ἑξῆς:
(α) Ἀπό τήν ἐπωνυμία στήν ἀνωνυμία. Ἡ ἀστική ἐνορία εἶναι ἀπρόσωπη καί ἀκοινώνητη.
(β) Ἀπό τή γειτνίαση στήν ἀκοινωνησία. Ἡ ἐνορία περικλείεται ἀπό ὅρια. Ὅταν αὐτή περιλαμβάνει 10 ἤ 20 ἤ 30 χιλιάδες ἐνοριτῶν, τότε χάνει τόν κοινοτικό της χαρακτήρα. Στήν ἀγροτική ἐνορία κοινότητα καί οἰκογένεια ἀλληλοπεριχωροῦνται. Ἀντίθετα, ἡ ἀστική ἐνορία ἐκτείνεται σέ πολλές περιοχές, μέ ἀνθρώπους διαφορετικῆς ἰδιοσυγκρασίας. Τότε δυσκολεύεται νά ἀπομονώσει τή μοναξιά λόγω ἐγγενῶν δυσκολιῶν.
(γ) Ἀπό τόν δημόσιο χαρακτήρα στόν ἰδωτικό ἀστικό. Στήν ἀστική ἐνορία μετέχουν μερικοί-κλητοί. Ὁ κτύπος τῆς καμπάνας στήν πόλη εἶναι ἐνοχλητικός. Στήν ἀγροτική ἐνορία αὐτός εἶναι ἐλπιδοφόρος, αἰσιόδοξος. Ἐκεῖ ὁ ναός εἶναι συστατικό στοιχείο τοῦ χωριοῦ. Στίς πόλεις μόλις τό 2% ἐκκλησιάζεται.
(δ) Ἀπό τήν ἁπλότητα στήν πολυτέλεια. Οἱ ναοί τῆς πόλεις ὁμοιάζουν μέ πολυτελεῖς χώρους ἤ θέατρα. Ὁ ναός στό χωριό βρίσκεται μέσα σέ πλούσιο φυσικό περιβάλλον. Στίς πόλεις, πρῶτα γίνονται τά κτήρια, κατόπιν ἀναζητεῖται χῶρος γιά ναό.
(ε) Ἀπό τή λαϊκή θρησκευτικότητα στήν ἐξορθολογικότητα τῆς θρησκευτικῆς ζωῆς. Ἡ ἀστική ἐνορία εἶναι ἐπιρρεπής στήν ἐκκοσμίκευση, λόγω τῆς οἰκονομικῆς εὐμάρειας.
(στ) Ἀπό τήν ἀποκλειστικότητα στόν ἐνοριακό πλουραλισμό. Οἱ ἐνορίες ἀπειλοῦνται ἐνίοτε ἀπό σωματεῖα, χαρισματούχους κληρικούς, γεροντισμό (δηλ. τό κακέκτυπο τοῦ Γέροντα τοῦ μοναστηριοῦ), μέ ἀποτέλεσμα τή μή δημιουργία κοινοτικῆς συνείδησης. Ἀντίθετα ἀναπτύσσονται πνευματικές ἀσθένειες, ὅπως εὐσεβισμός, προσωπολατρεία κ.ἄ.
Τρίτο μέρος: Ἀπειλές καί προοπτικές.
Οἱ ἀπειλές τῆς ἀστικῆς ἐνορίας εἶναι οἱ ἑξῆς:
(α) Αὔξηση βαθμοῦ ἐκκοσμίκευσης σέ ὅλα τά ἐπίπεδα.
(β) Ἀπομόνωση τοῦ κοινωνικοῦ καί φιλανθρωπικοῦ ἔργου.
(γ) Αὐξανόμενος θρησκευτικός συγκρητισμός, μέ ταυτόχρονη ἔλλειψη ταυτότητας τῶν πιστῶν, λόγω ἀνοίγματος τῶν συνόρων.
(δ) Ὕπαρξη καί δραστηριοποίηση ἄλλων σωματείων, ἀνταγωνιστικῶν, ὅπως εἶναι τά κόμματα, ἀθλητικοί σύλλογοι-ὁμάδες, ἀκόμη καί μοναστήρια.
(ε) Ἀδιαφορία τῶν ποιμένων γιά τό ποίμνιό τους. Οἱ πιστοί ἀντιμετωπίζονται ὡς πελάτες, ὡς μονάδα, ὡς μάζα, κι ὄχι ὡς πρόσωπα.
Προοπτικές ὑπάρχουν ὅταν γίνεται στήν ἐνορία ἐργασία σέ βάθος, ὄχι ἀντιγραφή ἄλλων θεσμῶν. Τότε ἀποκτᾶ ἡ ἐνορία ταυτότητα θεανθρώπινη. Ἡ ἐνορία ἔχει μέλλον ὅταν δημιουργεῖ ἐνοριακή συνείδηση στά μέλη της, αὐτάρκεια στά πνευματικά της, κι ὄχι κατάθλιψη καί μοναξιά. Ἡ ἐνορία ἔχει μέλλον ὅταν ἀναζητοῦνται τρόποι ἔνταξης καί ἀνάπαυσης τῶν ἀνθρώπων, ὅταν ὅλες οἱ δράσεις της ἔχουν σωτηριολογικό χαρακτήρα.
Ἡ ἀστυφιλία ἐπέφερε τήν ἐρείμωση τῆς ὑπαίθρου, ἀλλά καί τήν ἐρείμωση τῶν ἐνοριῶν. Ἡ ἀστική ἐνορία ἀναπτύσσεται ἐνίοτε σέ ὅλα τά ἐπίπεδα κατά μίμηση τῶν θρησκευτικῶν ὀργανώσεων. Ἄγχος, ἀγωνία, πολυπλοκότητα, θρησκευτική ἀλλοτρίωση ἐπικρατοῦν συχνά. Γιά μιά ὀρθῶς λειτουργοῦσα ἀστική ἐνορία χρειάζονται μορφωμένοι καί ἐπιμορφωμένοι κληρικοί.
Στό τέλος τῆς Ἱερατικῆς Σύναξης ὁ Σεβασμιώτατος Ποιμενάρχης μας κ. Συμεών εὐχαρίστησε τόν Εἰσηγητή, καθηγητή κ. Ἀπόστολο Νικολαΐδη, γιά τήν πληρότητα καί σαφήνεια τῆς ὁμιλίας του, καθώς καί γιά τή θεωρητική της δομή ὡς εἰσαγωγικοῦ χαρακτήρα εἰσήγηση, καί ἀκολούθησε συζήτηση. Τέθηκαν ἐρωτήματα καί δόθηκαν ἀπαντήσεις ἀπό τόν Εἰσηγητή καί τόν Σεβ. κ. Συμεών.