Ο ΜΕΓΑΣ ΕΣΠΕΡΙΝΟΣ ΤΩΝ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΩΝ
ΤΩΝ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΩΝ
Τελέσθηκε κι ἐφέτος μέ ἱεροπρέπεια τό ἑσπέρας τῆς παραμονῆς τῶν Χριστουγέννων, Πέμπτη 24 Δεκεμβρίου, στόν Καθεδρικό Ἱερό Ναό τῆς Ἁγίας Φωτεινῆς Νέας Σμύρνης, ὁ Μέγας Ἀρχιερατικός Ἑσπερινός τῶν Χριστουγέννων.
Ὁμιλητής ἦταν ὁ Αἰδεσιμ. Πρωτοπρεσβύτερος π. Κωνσταντίνος Παπαθανασίου, Δρ Θεολογίας, Ἐφημέριος τοῦ Ἱεροῦ Ναοῦ Κοιμήσεως Θεοτόκου (Παναγίτσας) Παλαιοῦ Φαλήρου. Κεντρικό θέμα τῆς ὁμιλίας του ἦταν: «”Καί ἡ ζωή ἐφανερώθη”: Τό γεγονός τῆς ἐνανθρωπήσεως τοῦ Λόγου κατά τό Α΄ Ἰωάν. 1,1-4».
Προσκεκλημένοι ἦταν ὅλοι οἱ Χριστιανοί τῆς ἐνορίας, ἀλλά καί τῶν ὅμορων ἐνοριῶν, πού εἶχαν τή δυνατότητα νά συμμετάσχουν καί νά προσευχηθοῦν μαζί γιά τό κορυφαῖο, μοναδικό καί κοσμοσωτήριο γεγονός τῆς ἐνανθρώπησης τοῦ Υἱοῦ καί Λόγου τοῦ Θεοῦ.
Στόν Καθεδρικό ναό, κατάμεστο ἀπό πιστούς καί τούς κληρικούς τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεώς μας, χοροστάτησε ὁ Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης μας κ. Συμεών, ὁ ὁποῖος ἀνέγνωσε τά παλαιοδιαθηκικά ἀναγνώσματα, τίς μεσσιανικές προφητεῖες τοῦ Ἠσαΐα, καί ἔψαλε μελωδικότατα καί ἐκφραστικότατα.
Πρίν ἀπό τό «Νῦν ἀπολύεις» ὁ Αἰδεσιμολογιώτατος Πρωτοπρεσβύτερος π. Κωνσταντίνος Παπαθανασίου ἐξεφώνησε τήν πανηγυρική Ὁμιλία, τονίζοντας ὅτι ἡ μεγάλη ἑορτή τῶν Χριστουγέννων ἔρχεται κάθε φορά νά ἐπαναβεβαιώσει τό κεντρικό μήνυμα τῆς Καινῆς Διαθήκης, τῆς λυτρωτικῆς διαθήκης τοῦ Θεοῦ μέ τήν ἀνθρωπότητα, προϋπόθεση τῆς ὁποίας συνιστᾶ ἡ νέα, πλήρης, καί τελεσίδικη ἀποκάλυψη τοῦ Θεοῦ στό μοναδικό πρόσωπο καί ἔργο τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ. Ἡ ἐκπλήρωση ὅλων τῶν θείων ἐπαγγελιῶν στόν λαό Ἰσραήλ καί ἡ προσφορά τοῦ πληρώματος τῆς ἀποκαλύψεως καί τῆς ἀλήθειας σέ ὅσους πιστέψουν στόν Θεό Λόγο συντελεῖται μέ τήν ἐνανθρώπησή του.
Ὁ ὁμιλητής ἐπικεντρώθηκε σέ πέντε βασικά σημεῖα τοῦ Προοιμίου τῆς πρώτης Ἐπιστολῆς Ἰωάννου, πού ἀπό φιλολογική ἄποψη εἶναι ἕνα ἐντελῶς πρωτότυπο κείμενο, καί τῆς ὁποίας τό θεολογικό περιεχόμενο ἐκφράζει τήν ἐμπειρία τῆς πρωτοχριστιανικῆς Ἐκκλησίας:
(α) Τό πρωταρχικό ἐρώτημα σχετίζεται μέ τό ποιό εἶναι το κεντρικό πρόσωπο τῆς ἑορτῆς τῶν Χριστουγέννων. Ὁ ἅγιος θεολόγος θά τό ἀποκαλέσει ὡς τόν Λόγο τῆς ζωῆς, ἑορτή «περὶ τοῦ λόγου τῆς ζωῆς» (Α΄ Ἰωάν. 1,1), δηλ. ἑορτή γιά τόν ζωοποιό Λόγο. Ὁ Θεός Λόγος ἐνανθρώπησε κι αὐτό ἀποτελεῖ τήν κύρια χαρμόσυνη ἀγγελία τοῦ Εὐαγγελίου, ὄχι μόνο τοῦ Ἰωάννη, ἀλλά ὁλόκληρης τῆς ΚΔ. Ὁ Θεός Λόγος, πού εἶναι ἡ αἰώνια ζωή, διαπέρασε τήν ἀπόσταση καί τό χάσμα μεταξύ οὐρανοῦ καί γῆς, καί εἰσέβαλε σέ μᾶς· τό αἰώνιο κατέβηκε στή γῆ, ἔγινε σάρκα, ἔγινε ἡ δική μας γήινη πραγματικότητα, ἔγινε προσιτό στά αἰσθητήριά μας, στή γνώση μας καί στίς αἰσθήσεις μας.
(β) Τό ἑπόμενο ἐρώτημα ἔχει νά κάνει μέ τό τί συντελεῖται πάνω στή γῆ μέ τόν Λόγο τῆς ζωῆς. Ἡ ἐκφραστική διατύπωση τοῦ αὐτόπτη καί αὐτήκοου τοῦ γεγονότος ἠγαπημένου μαθητῆ εἶναι χαρακτηριστική: «Καὶ ἡ ζωὴ ἐφανερώθη, καὶ ἑωράκαμεν καὶ μαρτυροῦμεν καὶ ἀπαγγέλλομεν ὑμῖν τὴν ζωὴν τὴν αἰώνιον ἥτις ἦν πρὸς τὸν πατέρα καὶ ἐφανερώθη ἡμῖν» (1,2). Ἡ ζωή πού ἐκπηγάζει ἀπό τόν Λόγο φανερώθηκε, ἀποκαλύφθηκε, σαρκώθηκε, ἐμφανίσθηκε, ξεπρόβαλε καί ξεδιπλώθηκε στήν κτίση. Ἡ ζωή πλέον καί ἡ Αἰώνια ζωή εἶναι συνώνυμα. Δέν ὑπάρχει ζωή χωρίς χωρίς τήν Αἰώνια ζωή. Μέ τόν Θεάνθρωπο «ἡ ζωὴ ἐφανερώθη» στόν δικό μας κόσμο τοῦ θανάτου καί τῆς ψευδοζωῆς.
(γ) Στήν καρδιά τοῦ νοήματος τῶν Χριστουγέννων βρίσκεται τό ἐρώτημα: Τό τί συντελεῖται μέ τήν ἀποκάλυψη τοῦ Θεοῦ Λόγου. Ὁ θεσπέσιος Ἰωάννης γράφει ἀπό προσωπική ἐμπειρία, αὐτό πού ὁ ἴδιος γεύθηκε καί εἶδε καί συμμετεῖχε μέσω τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ: «Ἵνα καὶ ὑμεῖς κοινωνίαν ἔχητε μεθ’ ἡμῶν. Καὶ ἡ κοινωνία δὲ ἡ ἡμετέρα μετὰ τοῦ πατρὸς καὶ μετὰ τοῦ υἱοῦ αὐτοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ» (1,3). Θαρραλέα ἡ μαρτυρία τοῦ κατ’ ἐξοχήν Ἀποστόλου: Ζώντας μαζί μέ τόν Κύριο Ἰησοῦ, ἔχοντας κοινωνία μ’ Αὐτόν, τότε πράγματι βρίσκεσαι στήν αἰώνια ζωή. Αὐτή ἡ ζωή εἶναι στήν πραγματικότητα κοινωνία μέ τήν Τριαδική Θεότητα. Μέσω τοῦ Θεανθρώπου, ὁ πιστός ζεῖ τήν αἰώνια ζωή.
Εἰδικότερα, κοινωνία μέ τόν Θεό σημαίνει: (α) «μένειν ἐν τῷ Θεῷ», καθώς καί ὅ,τι ἐκφράζεται μέ τούς ὅρους «γεγεννημένος ἐκ τοῦ Θεοῦ», «εἶναι ἐκ τοῦ Θεοῦ» καί «ἔχειν τόν Θεόν». (β) Ἡ κοινωνία μέ τόν Θεό χαρακτηρίζεται καί ἑδραιώνεται ἀπό τήν ἀγάπη πού κατευθύνεται πρός τόν Θεό καί τόν ἄνθρωπο. (γ) Ἡ πραγματοποίηση τῆς κοινωνίας μέ τόν Θεό σχετίζεται μέ τήν ἐλευθερία ἀπό τήν ἁμαρτία. Ὅποιος ἔχει γεννηθεῖ ἀπό τόν Θεό καί εἶναι παιδί του παύει ν’ ἁμαρτάνει, γιατί ἡ δύναμη τῆς ζωῆς τοῦ Θεοῦ, πού τόν γέννησε, μένει μέσα του.
(δ) Ὁ Ἰωάννης θά ὁλοκληρώσει τό προοίμιο τῆς Α΄ Ἐπιστολῆς του μέ τήν ἔκφραση τοῦ βιώματός του, πού αἰτιολογεῖ τά ἀνωτέρω: «Καὶ ταῦτα γράφομεν ἡμεῖς, ἵνα ἡ χαρά ἡμῶν ᾖ πεπληρωμένη» (1,4). Ἀπ’ αὐτή τή ζωή μέσα στήν Ἁγία Τριάδα, ἀπ’ αὐτή τήν κοινωνία μέ τόν Πατέρα καί τόν Υἱό καί τό Ἅγιο Πνεῦμα, ὁ ἄνθρωπος πληροῦται μέ τήν ἀληθινή χαρά, πού δέν εἶναι ἄλλο ἀπό τή θεία ἀγαλλίαση. Ξεκάθαρη διατύπωση γιά τήν κατάληξη τῆς θεοκοινωνίας: μέ τόν Χριστό καί μέ τίς ἅγιες ἀρετές του πληροῦται τό ἀνθρώπινο ὄν μέ διαρκή χαρά, μέ ἀνείπωτη χαρά, μέ μιά ἐν τέλει ὁλοκληρωμένη χαρά.
(ε) Πέμπτο καί τελευταῖο σημεῖο, πού ἐπισήμανε ὁ ὁμιλητής, εἶναι ὁ κίνδυνος πού ἐνυπάρχει ὥστε νά καταλυθεῖ ἡ θεοκοινωνία, νά ἀπομακρυνθεῖ ὁ ἄνθρωπος ἀπό τή ζωή καί τόν Λόγο τῆς ζωῆς, νά ἰσοπεδωθεῖ ἡ ἑορτή των Χριστουγέννων. Κλείνει ἡ ἐπιστολή Α΄ Ἰωάννου μέ τούτη τήν προειδοποίηση: «Τεκνία, φυλάξατε ἑαυτά ἀπό τῶν εἰδώλων» (5,21). Ἡ εἰδωλοποίηση σχετικῶν προσώπων ή πραγμάτων ἤ γεγονότων συνιστᾶ εἰδωλολατρία· δηλ. ὄχι μόνο ἡ προσκύνηση τῶν ψεύτικων θεῶν, ἀλλά καί ἀνθρώπων, ἡρώων, ἰδιοφυῶν, ἤ ἀκόμη καί ἰδεῶν, παθῶν, ἐπιστημῶν και ὅ,τιδήποτε ἄλλο πού ἐπιδιώκει νά ἀντικαταστήσει μέ τόν ἑαυτό του τόν ἀληθινό Θεό καί Κύριο Ἰησοῦ Χριστό. Μέ μία λέξη, ἡ ἰωάννεια παραίνεση ἀναφέρεται σέ ὅ,τι ἀποτελεῖ θεο-υποκατάστατο, δηλ. ψευδή καί νόθα ἔννοια περί Θεοῦ, ὅ,τι ἀκυρώνει τή βεβαιότητα καί πληρότητα τῆς χριστιανικῆς ὕπαρξης.
Ὁλοκληρώθηκε ἡ ὁμιλία τοῦ Αἰδ. Πρωτ. π. Κων/νου Παπαθανασίου ὡς ἑξῆς: «Εὐχηθεῖτε, Σεβασμιώτατε, ὅπως ὁ ἐν σπηλαίῳ γεννηθείς διά τήν ἡμῶν σωτηρίαν Θεός Λόγος νά εἶναι ὄχι μόνο ἀνάμεσά μας, ἀλλά νά μένει ἐντός μας· καθένας μας νά ἔχει προσωπικά τήν αἴσθηση τῆς παρουσίας τοῦ Σωτῆρος Χριστοῦ στή ζωή του, στή ζωή τοῦ κόσμου. Στή φάτνη τῆς καρδιᾶς μας νά συντελεῖται χωρίς ἰδιοτέλεια καί χωρίς ὁριοθετήσεις ἡ συναρπαγή μας ἀπό τόν ἀεί ὄντα Θεό, τόν Παμπόθητο Λυτρωτή μας, τόν Λόγο τῆς ζωῆς».
Στό τέλος ὁ Σεβασμιώτατος κ. Συμεών εὐχήθηκε «Εὐλογημένα Χριστούγεννα», πού σημαίνει ὅτι ὁ Χριστός εἶναι ἡ σωτηρία μας, εἶναι ἡ ἐλπίδα μας, εἶναι ἡ χαρά μας, εἶναι ἡ ζωή μας. Μόνα ἄν αὐτά ὅλα τά συνειδητοποιήσουμε καί καταβάλλουμε κάθε δυνατή προσπάθεια νά γίνουν περιεχόμενο καί τῆς δικῆς μας προσωπικῆς ζωῆς, τότε πράγματι ἔχουμε ἀρχίσει νά κατανοοῦμε τό νόημα τῆς μεγάλης ἑορτῆς τῶν Χριστουγέννων.