Θ΄ ΙΕΡΑΤΙΚΗ ΣΥΝΑΞΗ μέ θέμα «Ὁ θάνατος ἀπό ποιμαντική σκοπιά»
μέ θέμα «Ὁ θάνατος ἀπό ποιμαντική σκοπιά»
Πραγματοποιήθηκε τό ἀπόγευμα τῆς Πέμπτης, 4 Φεβρουαρίου ἐ.ἔ., στό Πνευματικό Κέντρο τῆς ἐνορίας τοῦ Ἁγίου Σώστη (λεωφ. Συγγροῦ) ἡ ἔνατη Ἱερατική Σύναξη γιά τούς Κληρικούς τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Νέας Σμύρνης. Στή Σύναξη ὁμιλητής ἦταν ὁ Αἰδεσιμολογιώτατος Πρωτοπρεσβύτερος π. Βασίλειος Καλλιακμάνης, Καθηγητής στό Τμῆμα Θεολογίας τοῦ Α.Π.Θ. μέ ἐπιστημονικό ἀντικείμενο τήν Ἠθική καί Ποιμαντική, καί ὁ ὁποῖος εἰσηγήθηκε τό θέμα «Ὁ θάνατος ἀπό ποιμαντική σκοπιά».
Ἀρχικῶς, ὁ Σεβ. Ποιμενάρχης μας, Μητροπολίτης Νέας Σμύρμης κ. Συμεών, παρουσίασε τόν εἰσηγητή, ὁ ὁποῖος ἀνήκει στήν ἱερατική οἰκογένεια, εἶναι ἔγγαμος καί καθηγητής Θεολογίας. Τόν ὑποδεχόμαστε, εἶπε ο Σεβασμιώτατος, γιά δεύτερη φορά στίς ἱερατικές μας συνάξεις. Στή συνέχεια ἔδωσε τόν λόγο στόν π. Βασίλειο γιά νά πραγματοποιήσει τήν ὁμιλία του. Ὁ εἰσηγητής ξεκίνησε τήν ὁμιλία του χρησιμοποιώντας ἐποπτικά PowerPoint.
Δύο θέματα ἔθεσε ὡς ἀρχικούς προβληματισμούς ὁ εἰσηγητής: (α) Τό πρῶτο μέ ἀφορμή τόν θάνατο τῆς Μέιναρντ τό 2014, μιᾶς 29χρονης Ἀμερικανίδας πού ἔπασχε ἀπό ἀνίατο καρκίνο στόν ἐγκέφαλο καί ἀποφάσισε νά δώσει τέλος στή ζωή της μέ φάρμακα πού τῆς χορηγήθηκαν ἀπό τόν γιατρό της (ὑποβοηθούμενη αὐτοκτονία στήν Πολιτεία τοῦ Ὄρεγκον). Τό ἐρώτημα πού ἔθεσε ὁ Τύπος ἦταν τότε: «Ἔχει λόγο ἡ θρησκευτική ἠθική;». Ἡ δέ διαπίστωση ἦταν ὅτι ἡ κοινωνία ἀρνεῖται τήν παιδαγωγία τοῦ πόνου, τήν ἑκούσια ταπείνωση. (β) Ὁ δεύτερος προβληματισμός πού ἐτέθη ἦταν τό «Πῶς ἀναγγέλλεται ὁ θάνατος σ’ ἕνα παιδί δώδεκα ἐτῶν».
Ὁ εἰσηγητής ἀναφέρθηκε κατά σειρά καί ἐκτενῶς στά παρακάτω θέματα:
* Ὁ θάνατος : Τό μόνο σίγουρο εἶναι ὁ θάνατος, πού συνιστᾶ μιά ἀνεξάρτητη μεταβλητή στόν διαρκῶς μεταβαλλόμενο κόσμο.
* Ἠθικός προβληματισμός : Τά τελευταῖα χρόνια ἀναπτύσσονται διάφοροι κλάδοι ἠθικῆς, διεπιστημονικοῦ χαρακτήρα, ὅπως περιβαλλοντική ἠθική κ.ἄ.
* Θεολογικό ὑπόβαθρο : Ἡ ἀντίληψη περί ἱκανοποίησης τῆς θείας Δικαιοσύνης διά τοῦ σταυρικοῦ θανάτου τοῦ Χριστοῦ ἀποτελεῖ τή βάση γιά τήν ποιμαντική τοῦ φόβου. Ἔτσι, ἀναπτύχθηκε μιά καζουιστική ἠθική καί περιπτωσιολογία.
* Ἀτομοκεντρική ἀνθρωπολογία : Ἀντίδραση τῶν δυτικῶν κοινωνιῶν σέ αὐτόν τόν θρησκευτικό ὁλοκληρωτισμό.
* Τά ὅρια τῆς ἐπιστήμης : Ὑπάρχει ἔντονη ἀμφισβήτηση τῆς παντοδυναμίας τῆς ἐπιστήμης. Ὁ προβληματισμός ἀνάμεσα στή γνώση καί στήν ἐλευθερία τῶν ἀνθρώπων, ὅπως τόν ἔθεσε ὁ φιλόσοφος τῆς ἐπιστήμης Πώλ Φεγεράμπεντ (P. K. Feyerabend).
* Οἱ ἰατροί ἐπιβεβαιώνουν τόν θάνατο : Βιώνουμε, λένε, τό αἴσθημα τῆς ἀποτυχίας, καθώς ἡ ἐπιστήμη «κάνει θαύματα», ἀλλά πιστοποιεῖ καί τόν θάνατο. Κάθε χρόνο ἕνας γιατρός ὑπογράφει 5-150 περίπου πιστοποιητικά θανάτου. Ἡ ἰατρική δέν μπορεῖ νά νικήσει τόν θάνατο. Ἔτσι δημιουργεῖται ὁ προβληματισμός. Ἀνάπτυξη σύγχρονη ἰατρικῆς τεχνολογίας, πίεση γιά παράταση ζωῆς, παρεμποδίζεται ὁ φυσικός καί ἥσυχος θάνατος.
* Ἀκίνδυνος θάνατος : Ἕνα ἱστορικό παράδειγμα εἶναι ὁ Διαγόρας Ρόδιος, ἕνας ἀπό τούς διασημότερους πυγμάχους τῆς ἀρχαιότητας. Λέγεται ὅτι οἱ Ὀλυμπιονίκες γιοί του ἀνέβασαν τόν πατέρα τους στούς ὤμους τους, τόν περιέφεραν θριαμβευτικά στό στάδιο, καί ὁ Διαγόρας ἐν μέσω τῶν ἐπευφημιῶν καί πλήρους εὐδαιμονίας ἄφησε τήν τελευταία του πνοή.
* Ὑπάρχει χριστιανική εὐθανασία ; Ἡ Ἐκκλησία εὔχεται «χριστιανά τά τέλη τῆς ζωῆς ἡμῶν, ἀνώδυνα, ἀνεπαίσχυντα, εἰρηνικά». Ὁ Συμεών Θεοδόχος εἶχε ἕνα μακάριο τέλος τοῦ βίου του. Τοῦ πρωτομάρτυρα Στέφανου, λίγο πρίν από τον θάνατό του, τό πρόσωπό του ἔλαμπε ὡς πρόσωπο ἀγγέλου, γεγονός πού προαναγγέλλει τήν ἀνάσταση (Πράξ. 6,15). Παρόμοια συμβαίνει καί στούς μάρτυρες. Ἡ ἀντίληψη στή δυτική σκέψη εἶναι διαφορετική. Ὁ ὅρος εὐθανασία δημιουργήθηκε ἀπ' τόν Ἄγγλο φιλόσοφο Φράνσις Μπέικον (Francis Bacon), ὁ ὁποῖος ἔγραψε ὅτι «τό ἔργο τῆς ἰατρικῆς εἶναι ἡ ἀποκατάσταση τῆς ὑγείας καί ἡ καταπράυνση τῶν πόνων, ὄχι μόνο ὅταν ἡ καταπράυνση αὐτή μπορεῖ νά ὁδηγήσει στή θεραπεία, ἀλλά καί ὅταν μπορεῖ νά ἐξασφαλίσει ἕναν εὔκολο καί γαλήνιο θάνατο». Ἔχουμε τά στάδια ἐξατομίκευσης τοῦ θανάτου μέ τόν Ἀνθρωπισμό, Διαφωτισμό, Ρομαντισμό, Ὑπαρξισμό. Τελικά, μέ τήν ἄρνηση τοῦ θανάτου, αὐτός γίνεται ταμπού.
* Διαφοροποίηση στήν Τέχνη : Ἡ ἀπεικόνιση τοῦ Ἐσταυρωμένου Χριστοῦ μεταξύ τοῦ Γκρύνεβαλντ (Matthias Grünewald, 1475-1528), Γερμανοῦ ζωγράφου τῆς Ἀναγέννησης θρησκευτικῶν κυρίως θεμάτων, καί ἐκείνης τῆς Μονῆς Δαφνίου. Στή Δύση ἐπικρατεῖ ἡ ἀπαισιοδοξία πρός τόν θάνατο. Ἄλλη περίπτωση σύγκρισης τῆς παράστασης τοῦ Ντάικ (Anthony van Dyck, 1599-1641), Φλαμανδοῦ ζωγράφου μπαρόκ τεχνοτροπίας, μέ ἐκείνης τοῦ Θεοφάνους τοῦ Κρητός (16ος αἰώνας). Ἡ Ὀρθοδοξία συνθετικά ζωγραφίζει καί ἀπεικονίζει τήν Ἐκκλησία, ὁ χῶρος εἶναι κοινός, δημόσιος, πολυπρόσωπος (Ἡ σταύρωση τῆς Ἱ. Μονῆς Σταυρονικήτα).
* Στήν Ἀνατολή ὑπάρχει διαφορετική θεώρηση : λ.χ. ἡ περίπτωση τοῦ Εὐγένιου Βούλγαρη (1716-1806), Ἕλληνα κληρικοῦ, παιδαγωγοῦ καί διαπρεποῦς στοχαστῆ τοῦ Νεοελληνικοῦ Διαφωτισμοῦ. Στή μελέτη του γιά τήν εὐθανασία (Διατριβή περί τῆς εὐθανασίας, Ἁγία Πετρούπολη, 1804) προτείνει τήν καρτερία μπροστά στόν θάνατο, κι ὄχι τήν ἐπίσπευσή του. Εὐθανασία νοεῖται ὡς γαλήνιος, νηφάλιος, ἤρεμος θάνατος. Ὁ Βούλγαρης ἀποδέχεται μόνον τή λεγόμενη πνευματική, δηλαδή ὄχι τήν «εὐόδωση τοῦ θανάτου, ἀλλά τήν ἄμβλυνση τοῦ φόβου του μέ τήν ψυχική προετοιμασία καί τή συμπαράσταση στόν ἑτοιμοθάνατο». Δηλαδή, ἡ Διατριβή περί Εὐθανασίας χαρακτηρίζεται ἀπό τήν «παρηγορητική ἀντιμετώπιση τοῦ θανάτου».
* Περί εὐθανασίας : Ἀνάλογα μέ τόν τρόπο πού ἀσκεῖται, ἡ εὐθανασία διακρίνεται σέ ἐνεργητική καί παθητική. Ἐνεργητική: εἶναι ἡ σκόπιμη παρέμβαση. Ἠ εὐθανασία ἀποκαλεῖται εὐκτονία ἀπό τόν Στέργιο Γ. Καπρίνη, Λέκτορα Ψυχιατρικῆς Α.Π.Θ. Παθητική: εἶναι ἡ διακοπή τῶν μέσων ἐπιβίωσης. Ὑπάρχουν καί ἄλλες μορφές εὐθανασίας, πού συνεχῶς μεταβάλλονται. Παραλληλα ἔχουμε καί τήν προληπτική εὐγονική.
* Ὁ θάνατος στή θεολογική παράδοση τῆς ἀνατολῆς : Ἀποτελεῖ μυστήριο. Τονίζεται ἡ φθαρτότητα καί ἡ θνητότητα τοῦ ἀνθρώπου. Αἴτιος τοῦ θανάτου δέν εἶναι ὁ Θεός τῆς ἀγάπης. Ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος τονίζει τή γέννηση ἐξ ἀναστάσεως. Διακρίνουμε τρεῖς γεννήσεις στόν ἄνθρωπο: τή φυσική γέννηση, τήν ἀναγέννηση μέσα στήν Ἐκκλησία, καί τέλος τή γέννηση ἐξ ἀναστάσεως: «Τρισσήν γέννησιν ἡμῖν οἶδεν ὁ Λόγος· τήν ἐκ σωμάτων, τήν ἐκ βαπτίσματος, καί τήν ἐξ ἀναστάσεως» (Λόγος Μ΄, Εἰς τὸ ἅγιον βάπτισμα). Ὁ θάνατος δέν ἀποτελεῖ ἀνεπίστροφη ἀπώλεια, ἀλλά συνέχιση καί ἀναβάθμιση σέ ἄλλο ἐπίπεδο.
* «Εὐ ζῆν» καί «εὐ θνήσκειν» : Δέν μπορεῖ νά ἀγνοεῖται ἡ ἐπίγεια πορεία τοῦ ἀνθρώπου. Τονίζεται ἡ εὐζωΐα καί ἡ σχέση μέ τό «εὐ θνήσκειν».
* Ὁ ρόλος κοινωνικῶν δικτύων : Αὐτά ἔχουν ἐπίπτωση καί στήν ὑγεία, γι’ αὐτό ὀφείλουμε νά εἴμαστε πάρα πολύ προσεκτικοί, στά λόγια καί στίς πράξεις. Ἡ ὑγεία μας ἐξαρτᾶται ἀπό τή βιολογία, τίς ἐπιλογές αὐτῶν πού βρίσκονται δίπλα μας, τοῦ εὐρύτερου κοινωνικοῦ δικτύου. Συνιστᾶ τό ἀντίστροφο τοῦ νά σκεφτόμαστε ἀτομοκεντρικά.
Στό βιβλίο μέ τίτλο «Συνδεδεμένοι», oἱ συγγραφεῖς N. Christakis καί J. Fowler παρουσιάζουν ἐκρηκτικά νέα στοιχεῖα σχετικά μέ τό ὅτι τά κοινωνικά δίκτυα ἐπηρεάζουν κάθε πλευρά τῆς ζωῆς μας: Τό πῶς αἰσθανόμαστε, τό πόσα χρήματα κερδίζουμε, ποιόν εἶναι πιθανότερο νά παντρευτοῦμε, τό ἄν θά ἀρρωστήσουμε ἤ ἄν τελικά θά πᾶμε νά ψηφίσουμε –τά πάντα γιά ἐμᾶς σχετίζονται μέ τό τί κάνουν, αἰσθάνονται καί σκέφτονται οἱ άλλοι γύρω μας. Ὁ κόσμος μας διέπεται ἀπό τόν Κανόνα τῶν Τριῶν Βαθμῶν Ἐπιρροῆς: ἐπηρεάζουμε καί ἐπηρεαζόμαστε ἀπό ἄτομα πού ἀπέχουν ἀπό ἐμᾶς μέχρι καί τρεῖς βαθμούς διαχωρισμοῦ, τά περισσότερα ἀπό τά ὁποῖα δέν τά γνωρίζουμε κάν.
* Σημασία ἀνιδιοτελοῦς ἀνάγκης : Κοινωνική εὐθύνη, ἀνοχή, κατανόηση, συγκατάβαση, συμπαράσταση στή ζωή καί τόν θάνατο.
* Ἡ ἀγάπη νικᾶ τήν τραγικότητα τοῦ θανάτου : «Θρηνῶ καί ὀδύρομαι, ὅταν ἐννοήσω τόν θάνατον...» τοῦ ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Δαμασκηνοῦ (Νεκρώσιμο Ἰδιόμελο). Ἀπό τήν Ἄλλη πλευρά, «ἡμεῖς οἴδαμεν ὅτι μεταβεβήκαμεν ἐκ τοῦ θανάτου εἰς τήν ζωήν, ὅτι ἀγαπῶμεν τούς ἀδελφούς», τοῦ ἀποστόλου Ἰωάννου (Α΄ Ἰωάν. 3,14).
* Διακριτική συμπαράσταση : Προσευχή καί ἔμπονη ἀγάπη (τότε δίνουμε, καί παίρνουμε ζωή). Ταυτόχρονα, πίστη πού δέν κουβαλάει τήν ἀμφιβολία, ὀφείλει νά μήν ὀνομάζεται πίστη. Ἡ Κιούμπλερ-Ρος (E. Kübler-Ross) περιέγραψε πέντε φάσεις στό βιβλίο της «Περί θανάτου καί τοῦ νά πεθαίνεις» (On Death and Dying), ἀπό τίς ὁποῖες περνάει ὁ ἄνθρωπος γιά νά ἀποδεχτεῖ τελικά τόν θάνατο.
(α) Ἄρνηση: Ἀποκλείεται, δέν μπορεῖ νά συμβαίνει σέ ἐμένα.
(β) Θυμός: Εἶναι ἄδικο, γιατί σέ ἐμένα; Δέν ἔχω ζήσει τίποτα.
(γ) Διαπραγμάτευση-συμβιβασμός: Τουλάχιστον ἄσε με νά δῶ τά παιδιά μου νά μεγαλώνουν.
(δ) Κατάθλιψη: Εἶμαι τόσο λυπημένος, γιατί νά προσπαθήσω νά κάνω ὁτιδήποτε;
(ε) Ἀποδοχή-προσδοκία: Ἐντάξει ὅλα θά πᾶνε καλά.
* Ἡ περίπτωση ἑνός Ἁγίου : Ὁ ἅγιος Πορφύριος ἔλεγε: «Εὐχαριστῶ τόν Θεό πού μοῦ ἔδωσε πολλές ἀρρώστιες. Πολλές φορές τοῦ λέω: “Χριστέ μου, ἡ ἀγάπη Σου δέν ἔχει ὅρια!”. Τό πῶς ζῶ εἶναι ἕνα θαῦμα». Ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία ὡς Ἐκκλησία τῆς Ἀναστάσεως, κυριαρχεῖ σέ αὐτή τό εὐαγγελικό πνεῦμα, καλλιέργεια ὑγιῶν σχέσεων, καί συνιστᾶ μιά πύλη ἀνοιχτή γιά κάθε ἄνθρωπο. Στόν «Κατηχητικό λόγο» τοῦ ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου, τόν ὁποῖο ἀκοῦμε τήν Κυριακή τοῦ Πάσχα (τό βράδυ), ἀναφέρεται: «Μηδείς φοβείσθω θάνατον· ἠλευθέρωσε γάρ ἡμᾶς ὁ τοῦ Σωτῆρος θάνατος. Ἐσκύλευσε τόν ἅδην ὁ κατελθών εἰς τόν ἅδην. Ἐπίκρανεν αὐτόν... Ἐπικράνθη· καί γάρ κατηργήθη». Τελικῶς, στήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία ἐπικρατεῖ ἡ ἀριστουργηματική παράσταση τῆς Καθόδου στόν Ἅδη, στή Μονή τῆς Χώρας (ἀρχές 14ου αἰ., Παλαιολόγεια Τέχνη), ὅπου δεσπόζει ὁ νικητής τοῦ θανάτου, ὁ Χριστός, φέρων ἀστραφτερά καί ἀκτινοβόλα ἐνδύματα καί περιβαλλόμενος ἀπό φωτεινή δόξα. Ὁ Ἀναστάς Χριστός δέν κρατάει τόν Σταυρό, ἀλλά ἁπλώνει καί τά δύο χέρια Του καί τραβᾶ τά παραλυμένα χέρια τοῦ Ἀδάμ καί τῆς Εὔας, σάν νά θέλει νά ξεριζώσει ἀπό τήν ἀνθρώπινη φύση τους καί κατ’ ἐπέκταση ἀπό ὅλους τούς ἀνθρώπους τόν θάνατο.
Στό τέλος τῆς Ἱερατικῆς Σύναξης ὁ Σεβασμιώτατος Ποιμενάρχης μας κ. Συμεών εὐχαρίστησε τόν εἰσηγητή, αἰδ. πρωτ. π. Βασίλειο Καλλιακμάνη, γιά τόν κόπο πού κατέβαλε, γιά τή βαθύτητα τῆς παρούσας ὁμιλίας ἀπό πλευρᾶς θεολογικῆς καί ποιμαντικῆς. Στή συζήτηση ἔγινε ἰδιαίτερη ἀναφορά στό ὅτι δέν λέμε σέ ἕνα παιδί ὅτι «τόν πατέρα του τόν πῆρε ὁ Θεός», τελοῦμε τήν Ἀκολουθία εἰς Ψυχορραγοῦντα σέ εἰδικές μόνο περιπτώσεις, καί διευκρινίστηκαν ἄλλα ἐπιμέρους θέματα.